6 καὶ νῦν τὸ κατέχον ( ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΠΝΕΥΜΑ )οἴδατε, εἰς τὸ ἀποκαλυφθῆναι αὐτὸν ἐν τῷ ἑαυτοῦ καιρῷ·
7 ((((τὸ γὰρ μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας,))) μόνον ὁ κατέχων ( ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ !!! Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ) ἄρτι ἕως ἐκ μέσου γένηται·
8 καὶ τότε ἀποκαλυφθήσεται ὁ ἄνομος, ὃν ὁ Κύριος ἀναλώσει τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ καταργήσει τῇ ἐπιφανείᾳ τῆς παρουσίας αὐτοῦ·
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Β' ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
1 Ἐρωτῶμεν δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, ὑπὲρ τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡμῶν ἐπισυναγωγῆς ἐπ' αὐτόν,
2 εἰς τὸ μὴ ταχέως σαλευθῆναι ὑμᾶς ἀπὸ τοῦ νοὸς μήτε θροεῖσθαι μήτε διὰ πνεύματος μήτε διὰ λόγου μήτε δι' ἐπιστολῆς ὡς δι' ἡμῶν, ὡς ὅτι ἐνέστηκεν ἡ ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ.
3 μή τις ὑμᾶς ἐξαπατήσῃ κατὰ μηδένα τρόπον· ὅτι ἐὰν μὴ ἔλθῃ ἡ ἀποστασία πρῶτον καὶ ἀποκαλυφθῇ ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας, ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας,
4 ὁ ἀντικείμενος καὶ ὑπεραιρόμενος ἐπὶ πάντα λεγόμενον Θεὸν ἢ σέβασμα, ὥστε αὐτὸν εἰς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ ὡς Θεὸν καθίσαι, ἀποδεικνύντα ἑαυτὸν ὅτι ἐστὶ Θεός.
5 Οὐ μνημονεύετε ὅτι ἔτι ὢν πρὸς ὑμᾶς ταῦτα ἔλεγον ὑμῖν;
6 καὶ νῦν τὸ κατέχον ( ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΠΝΕΥΜΑ )οἴδατε, εἰς τὸ ἀποκαλυφθῆναι αὐτὸν ἐν τῷ ἑαυτοῦ καιρῷ·
7 ((((τὸ γὰρ μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας,))) μόνον ὁ κατέχων ( ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ !!! Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ) ἄρτι ἕως ἐκ μέσου γένηται·
8 καὶ τότε ἀποκαλυφθήσεται ὁ ἄνομος, ὃν ὁ Κύριος ἀναλώσει τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ καταργήσει τῇ ἐπιφανείᾳ τῆς παρουσίας αὐτοῦ·
9 οὗ ἐστιν ἡ παρουσία κατ' ἐνέργειαν τοῦ σατανᾶ ἐν πάσῃ δυνάμει καὶ σημείοις καὶ τέρασι ψεύδους
10 καὶ ἐν πάσῃ ἀπάτῃ τῆς ἀδικίας ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις, ἀνθ' ὧν τὴν ἀγάπην τῆς ἀληθείας οὐκ ἐδέξαντο εἰς τὸ σωθῆναι αὐτούς·
11 καὶ διὰ τοῦτο πέμψει αὐτοῖς ὁ Θεὸς ἐνέργειαν πλάνης εἰς τὸ πιστεῦσαι αὐτοὺς τῷ ψεύδει,
12 ἵνα κριθῶσι πάντες οἱ μὴ πιστεύσαντες τῇ ἀληθείᾳ, ἀλλ' εὐδοκήσαντες ἐν τῇ ἀδικίᾳ.
I. «Ο Εξωχριστιανικός Οικουμενισμός του Βατικανού»
- ΙΙ. «Ο Παπισμός ανοίγεται προς τις άλλες θρησκείες»
- ΙΙΙ. «Ασσίζη 1986: Ιστορική καμπή - το άνοιγμα διευρύνεται»
Γ΄ Σύναξις Ορθοδόξου Ενημερώσεως: «Ο ρόλος του Βατικανού στην σύγχρονη Διαθρησκειακή Κίνησι και η μεγάλη πτώσις των ορθοδόξων Οικουμενιστών» (Κυριακή της Ορθοδοξίας, 28 Φεβρουαρίου/13 Μαρτίου 1995)
Τίτλος Βιντεοταινίας : «Παποκεντρική Παγκοσμιότης και αλλοτρίωσις των ορθοδόξων Οικουμενιστών» ΙΔ΄ Σύναξις Ορθοδόξου Ενημερώσεως: «Ορθοδοξία και Οικουμενισμός - Παποκεντρική Παγκοσμιότης και "Αόρατος Ενότης" της Εκκλησίας» (Κυριακή της Ορθοδοξίας, 27 Φεβρουαρίου/12 Μαρτίου 2006)
ΠΡΟΦΗΤΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ Π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ - ΤΟΥΣ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΝ Ε.Ε. ΤΗΝ 15.11.1981 Π.Δ. « ΔΑΝΙΗΛ »
Νά ξέρετε ὅμως, ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι ὁ τελευταῖος πρόδρομος τοῦ Ἀντιχρίστου· διότι ὅταν θά γίνη μιά ἰσοπέδωσις θρησκευτική καί πολιτική, κυβερνητική, καί θά ὑπάρξη ἕνας μόνον πού θά κυβερνήση τόν κόσμον, αὐτός ὁ ἕνας κατά τήν Ἁγίαν Γραφήν καί τούς Πατέρες, (ἔρχονται δέ τά Πρωτόκολλα τῶν Σοφῶν τῆς Σιών πλάϊ νά μᾶς τό ποῦν, πού εἶναι τελείως ἀνεξάρτηρα ἀπό τήν Ἁγίαν Γραφήν, εἶναι προϊόντα τῶν Ἑβραίων), αὐτός θά εἶναι ὁ Ἀντίχριστος.
Ἀλλά τόν οἰκονομικόν συνεταιρισμόν πού λέγεται Ε. Ε. ἐνδιαφέρει. Γι’ αὐτό ἔρχεται καί λέει στή Βουλή τῶν Ἑλλήνων ὅτι θά εἰσαχθῆ αὐτός ὁ νόμος, ἐκεῖνος ὁ νόμος κ.τ.λ.. Φέρ’ εἰπεῖν: οἱ Χιλιασταί θά κινοῦνται ἔτσι, οἱ ὁμοφυλόφιλοι, θά γίνη νόμος καί θά ἀμνηστευθοῦν, ἡ μοιχεία θά ἀμνηστευθῆ, οἱ ἀμβλώσεις, οἱ ἐκτρώσεις θά γίνη νόμος νά ἀμνηστευθοῦν, δέν θά καταδικάζεται πλέον οὔτε ὁ γιατρός οὔτε ὁ ἄνθρωπος, ἡ γυναίκα πού κάνει ἄμβλωσι, ἔκτρωσι· ὄχι. Αὐτά γιατί; Λέει γιά νά ἔχωμε προσαρμογή ἀπό νομοθετικῆς πλευρᾶς μέ τήν Εὐρώπη! Γιατί; Γιά ποιόν λόγο; Γιά νά ’χωμε Ἡνωμένη Εὐρώπη· γιά νά πρέπη νά σκεφτώμαστε ὅλοι τό ἴδιο!...
ΠΡΟΦΗΤΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ Π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ - ΤΟΥΣ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΝ Ε.Ε. ΤΗΝ 15.11.1981 Π.Δ. « ΔΑΝΙΗΛ »
Προσέξτε σ’ αὐτό τό σημεῖο· ἴσως ἐδῶ θά καταλάβετε τό κλειδί, τό γιατί ἐδιώκοντο οἱ Χριστιανοί. Εἶναι ἕνα παρά πολύ σημαντικό σημεῖο, πού πιθανῶς νά σᾶς λυθῆ μιά ἀπορία. Βέβαια πολλοί ἄρχοντες μετά τόν Ναβουχοδονόσορα τό εἶχαν ἐπιχειρήσει αὐτό, ὅπως καί οἱ Ρωμαῖοι τό εἶχαν ἐπιχειρήσει, ὅπως καί σήμερα ἐπιχειρεῖται αὐτό. Ξέρετε πῶς ἐπιχειρεῖται αὐτό σήμερα; Μέ τόν Οἰκουμενισμόν!
Ὅταν ἐπί παραδείγματι λέμε: «Τί θά πῆ εἴσαστε Ὀρθόδοξοι; τί θά πῆ εἴσαστε Ρωμαιοκαθολικοί; Τίποτα. Μποροῦμε νά τά βάλωμε αὐτά σ’ ἕνα χαρμάνι καί νά βγάλωμε ἕνα καινούργιο πρᾶγμα». Μάλιστα, ἐσχεδιάζετο νά γίνη στήν Ἀμερική ἕνας ναός, ὁ ὁποῖος θά εἶχε μίαν σκεπήν, ἀλλά μέσα θά ἦταν τρεῖς ναοί, ἤ τέσσερεις ναοί, ἴσως πέντε. Ἀκοῦστε· θά ἦταν οἱ Ὀρθόδοξοι, οἱ Ρωμαιοκαθολικοί, οἱ Πρωτεστάνται, οἱ Μωαμεθανοί καί οἱ Ἑβραῖοι. Ὅλοι θά ἦσαν κάτω ἀπό τά ἴδια κεραμίδια, κάτω ἀπό τήν ἰδίαν σκεπήν.
Αὐτό ἦταν ἕνα ἐπιχείρημα, νά δοθῆ σάρκα καί ὀστᾶ στήν ἰδέα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Καί σήμερα ὁ Οἰκουμενισμός ὑπάρχει, καί ὅπως θά γνωρίζετε εἶναι ὁ ὑπ’ ἀριθμόν (1) ἕνα ἐχθρός, ὄχι μόνον τῆς Ὀρθοδοξίας ἁπλῶς, ἀλλά καί γενικά τοῦ Χριστιανισμοῦ.
Δέν εἶναι πολλά χρόνια, λίγο μετά τό 1970, ὅταν στίς ἐφημερίδες ἐγράφοντο κάτι ἄρθρα ὑπέρ τοῦ Μωαμεθανισμοῦ· καί μάλιστα σέ μιά, θά λέγαμε, διπλωματική σχέσι μέ τήν Αἴγυπτο, ὅτι ἡ ἡμέρα πού οἱ Χριστιανοί θά ἑνωθοῦν μέ τούς Μωαμεθανούς εἶναι πολύ κοντά. Ἀκούσατε;... Εἶναι ἀπίθανο, εἶναι δηλαδή ἀδιανόητα πράγματα. Αὐτά, ἐπιχειροῦνται καί τελεσιουργοῦνται αὐτήν τήν στιγμή. Εἶναι ἡγεμονική τελεσιουργία αὐτή.
Ποιός ὁ σκοπός; Βέβαια εἶναι σχέδια τῶν Ἑβραίων αὐτά, τοῦ παγκοσμίου Σιωνισμοῦ, ὥστε μέ τόν Οικουμενισμό νά δημιουργήσουν μία θρησκευτικήν ἑνότητα τῶν λαῶν, δῆθεν ἐν ὀνόματι τῆς εἰρήνης, ἐνῶ στήν πραγματικότητα εἶναι διά τήν ὑποταγήν τοῦ κόσμου σέ μία παγκοσμία κυβέρνησι.
Μάλιστα τήν πρωτοχρονιά τοῦ 1980, ἕνας πολιτικός τῆς Ἑλλάδος, εἶχε μιλήσει γι’ αὐτήν τήν παγκοσμίαν κυβέρνησιν, ὅτι δέν ἀργεῖ ἡ ἡμέρα πού θά ἔρθη αὐτή ἡ παγκοσμία κυβέρνησι.
Ξεκινοῦν ὅμως ἀπό τόν θρησκευτικόν τομέα, γιατί, ὅπως ξέρετε, ὁ θρησκευτικός τομεύς εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος χωρίζει τούς λαούς. Καί αὐτή τή στιγμή, ἐπί παραδείγματι, εἴδατε πῶς κινοῦνται οἱ Ἄραβες; Δέν πολιτικολογῶ μ’ αὐτά πού λέγω· θέλω νά σᾶς δώσω νά δῆτε τό φόντο τῶν πραγμάτων· διότι εἶναι Μουσουλμάνοι καί στρέφονται ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν.
Ἀντιθέτως οἱ ἴδιοι θέλουν νά εἶναι ἡνωμένοι, ἄλλο ἄν δέν τό καταφέρνουν αὐτό τό πρᾶγμα· ἕτερον ἑκάτερον. Λέγονται ἀδελφοί Μουσουλμάνοι, ὅπως θά λεγόμαστε ἐμεῖς ἀδελφοί Χριστιανοί.
Νά ξέρετε ὅμως, ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι ὁ τελευταῖος πρόδρομος τοῦ Ἀντιχρίστου· διότι ὅταν θά γίνη μιά ἰσοπέδωσις θρησκευτική καί πολιτική, κυβερνητική, καί θά ὑπάρξη ἕνας μόνον πού θά κυβερνήση τόν κόσμον, αὐτός ὁ ἕνας κατά τήν Ἁγίαν Γραφήν καί τούς Πατέρες, (ἔρχονται δέ τά Πρωτόκολλα τῶν Σοφῶν τῆς Σιών πλάϊ νά μᾶς τό ποῦν, πού εἶναι τελείως ἀνεξάρτηρα ἀπό τήν Ἁγίαν Γραφήν, εἶναι προϊόντα τῶν Ἑβραίων), αὐτός θά εἶναι ὁ Ἀντίχριστος.
Ἔτσι ὁ Οἰκουμενισμός χαρακτηρίστηκε ἀντίχριστον σύστημα, ἀπό τούς μεγαλυτέρους θεολόγους τῆς ἐποχῆς μας, ὅπως ἀπό τόν μακαρίτην τόν π. Ἰουστῖνο Πόποβιτς, Σέρβο, ἀλλά καί ἀπό ἄλλους ἐπιφανεῖς θεολόγους Ὀρθοδόξους. Χωρίς δηλαδή περιστροφές.
Ἔτσι ἐδῶ ὁ Ναβουχοδονόσορ θέλει νά δημιουργήση ἕναν θρησκευτικόν οἰκουμενισμόν. Δηλαδή βλέπει κανένας ὅτι οἱ ρίζες πραγμάτων πού ἐπιχειροῦνται στήν ἐποχή μας δέν εἶναι καινούργιες· εἶναι παλιές, εἶναι πολύ βαθειές, ἀνήκουν μέσα στήν Ἱστορία.
Ἀλλά ὁ Ναβουχοδονόσορ ἤθελε νά ἐπιτύχη καί κάτι ἄλλο· ἤθελε νά ἐπιτύχη μίαν ἐθνική ἑνότητα· καί αὐτή ἦταν, ἄν ὅλοι οἱ ὑπό κατοχήν λαοί, ἐλάτρευαν τόν θεόν Μαρδούχ, καί ἔτσι δέν ἤτανε πολύ εὔκολο νά ὑπάρξη μία ἐπανάστασις ἐκ μέρους ἑνός λαοῦ, ὁ ὁποῖος σιγά-σιγά, ἀφοῦ θά ἐλάτρευε τόν Μαρδούχ, τόν πολιοῦχον τῆς Βαβυλῶνος, θά ἠσθάνετο ὅτι στρέφεται ἐναντίον τῆς Βαβυλῶνος ὡς εἰς τόν θεόν τῆς Βαβυλῶνος.
Ξέρουμε ὅτι οἱ Ρωμαῖοι αὐτοκράτορες θεοποιοῦσαν τόν ἑαυτόν τους. Ἡ θεοποίησις τῶν αὐτοκρατόρων δέν ἔχει ἁπλῶς θρησκευτικόν χαρακτῆρα, ἀλλά καί πολιτικόν· διότι μόλις ἀνεκυρήσσετο ἕνας αὐτοκράτωρ, ἀμέσως ἔφτιαχναν ἀγάλματά του σ’ ὅλη τήν ρωμαϊκήν ἐπικράτεια, καί διετάσσοντο ὅλοι οἱ ὑπό κατοχήν λαοί νά προσκυνοῦν τό ἄγαλμα τοῦ θεοῦ αὐτοκράτορος καί νά προσφέρουν εἰς αὐτό θυσίες. Γιατί; Χάριν πολιτικῆς ἑνότητος. Εἶναι κάτι ἀνάλογο πού σήμερα συμβαίνει μέ τήν Ε. Ε. (Ε.Ο.Κ.). Προσέξτε νά ἰδῆτε.
Σᾶς εἶπα δέν εἶναι καινούργια πράγματα· εἶναι πολύ-πολύ παλιά αὐτά. Ἡ Ε.Ε. εἶναι ἕνας οἰκονομικός ὀργανισμός. Φαινομενικά εἶναι ἕνας οἰκονομικός ὀργανισμός, όμως εἶναι κάτι πολύ περισσότερο. Ἄν ἀνοίξετε τήν παλιά ἐγκυκλοπαίδεια τοῦ Πυρσοῦ, ὑπάρχει ἕνα πολύ μεγάλο ἄρθρο πού ἀναφέρεται σ’ αὐτήν τήν ἀπόπειρα τῆς Ἡνωμένης Εὐρώπης, εὐθύς μετά τόν Α’ παγκόσμιον πόλεμον, μέ ξεκίνημα τήν οἰκονομικήν ἑνότητα τῆς Εὐρώπης καί μέ τέλος, τήν πολιτικήν ἑνότητα τῆς Εὐρώπης.
Ἄς ὑποθέσουμε ὅτι ὑπάρχει ἕνας συνεταιρισμός σιταριοῦ και πηγαίνουν ὅλοι οἱ παραγωγοί τό σιτάρι τους εκεί. Αὐτός ὁ συνεταιρισμός ν’ ἀρχίση, (πέρα ἀπό τήν περίπτωσι συλλογῆς σίτου) , νά λέη στούς ἀνθρώπους, τούς παραγωγούς, καί νά ὁρίζη ἕναν τρόπο ζωῆς πού νά εἶναι ὅμοιος στά σπίτια τους. Θά σᾶς φαινόταν παράξενο αὐτό; Δηλαδή νά ἐξαγγέλλη μέτρα ὁ συνεταιρισμός πού νά προσαρμόζωνται ὅλοι οἱ συνεταῖροι κάτω ἀπό τά μέτρα τοῦ συνεταιρισμοῦ. Εἶναι ἀδιανόητον! Ὁ συνεταιρισμός δέν ἐνδιαφέρεται παρά μόνον νά παραλάβη τό σιτάρι. Τί θά κάνης σπίτι σου ἐσύ, τί θά φᾶς, πῶς περνᾶς μέ τή γυναῖκα σου καί τά παιδιά σου, τί πιστεύεις, αὐτό δέν ἐνδιαφέρει τόν συνεταιρισμό.
Ἀλλά τόν οἰκονομικόν συνεταιρισμόν πού λέγεται Ε. Ε. ἐνδιαφέρει. Γι’ αὐτό ἔρχεται καί λέει στή Βουλή τῶν Ἑλλήνων ὅτι θά εἰσαχθῆ αὐτός ὁ νόμος, ἐκεῖνος ὁ νόμος κ.τ.λ.. Φέρ’ εἰπεῖν: οἱ Χιλιασταί θά κινοῦνται ἔτσι, οἱ ὁμοφυλόφιλοι, θά γίνη νόμος καί θά ἀμνηστευθοῦν, ἡ μοιχεία θά ἀμνηστευθῆ, οἱ ἀμβλώσεις, οἱ ἐκτρώσεις θά γίνη νόμος νά ἀμνηστευθοῦν, δέν θά καταδικάζεται πλέον οὔτε ὁ γιατρός οὔτε ὁ ἄνθρωπος, ἡ γυναίκα πού κάνει ἄμβλωσι, ἔκτρωσι· ὄχι. Αὐτά γιατί; Λέει γιά νά ἔχωμε προσαρμογή ἀπό νομοθετικῆς πλευρᾶς μέ τήν Εὐρώπη! Γιατί; Γιά ποιόν λόγο; Γιά νά ’χωμε Ἡνωμένη Εὐρώπη· γιά νά πρέπη νά σκεφτώμαστε ὅλοι τό ἴδιο!...
Οἱ ρίζες αὐτῶν τῶν καταστάσεων ἀνήκουνε πολύ παλιά! Νά μιά πρώτη· ὁ Ναβουχοδονόσορ, μέ τό χρυσό αὐτό ἄγαλμα.
Καί καλεῖ ὅλους τούς διοικητάς, τοπάρχας, ὑψηλά πρόσωπα καί τά λοιπά, νά ἔρθουν νά προσκυνήσουν τό χρυσό αὐτό ἄγαλμα, τήν χρυσῆ εἰκόνα.
Δόθηκε ἡ ἐντολή ὡς ἑξῆς· ὅταν θά ἔπαιζαν μουσικά ὄργανα, θά ἔπεφταν ὅλοι νά προσκυνήσουν τόν Μαρδούχ…………………………..
Παρακαλῶ πάρα πολύ προσέξτε αὐτό ἐδῶ τό σημεῖο· εἶναι ἐπίκαιρο ὅσο ποτέ ἄλλοτε. Διότι ὁ Οἰκουμενισμός αὐτή τήν στιγμή –πού δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά ἕνα ἀνακάτωμα ὅλων τῶν αἱρέσεων, ἕνα ἀνακάτωμα, πραγματικό ἀνακάτωμα– σοῦ λέει: θά ἔχουμε τήν ἑνότητα ἐν ἀγάπῃ.
Ὄχι, κύριοι· ἡ ἑνότητα δέν θά εἶναι μόνο ἐν ἀγάπῃ, ἀλλά θά εἶναι ἐν ἀγάπῃ καί ἐν ἀληθείᾳ. Καί τό ἐν ἀληθείᾳ σημαίνει δογματική ἀλήθεια, δηλαδή ὀρθοδοξότητα. Δέν μπορῶ ἐγώ νά ἔχω ἑνότητα μ’ ἐσένα, ὅταν ἐσύ δέν πιστεύεις τοῦτο ἤ ἐκεῖνο καί ἡ πίστη σου εἶναι παρδαλή. Δέν μπορῶ νά ἔχω μαζί σου ἑνότητα.
Ἐξάλλου, γιατί ἀγωνίστηκαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας; Γιατί τούς προβάλλει σήμερα ἡ Ἐκκλησία –τουλάχιστον τούς Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου– καί τούς τιμᾶ; Γιά νά ὑπενθυμίζει ὅτι ἡ ἑνότητα πρέπει νά εἶναι καί ἐν ἀληθείᾳ.
«Ἐὰν μὴ Κύριος φυλάξῃ πόλιν, εἰς μάτην ἠγρύπνησεν ὁ φυλάσσων»[12]. Ἐάν ὁ Κύριος δέν φυλάξει τήν πόλη, μάταια ἀγρύπνησαν οἱ σκοποί της, αὐτοί πού φυλᾶνε τήν πόλη.
Τό λέω αὐτό γιατί ἔχουμε τούς Τούρκους ἀπό ’δῶ, τούς παρατούρκους ἀπό ’κεῖ... τούς παραπάνω καί τούς παρακάτω... Ὅλους αὐτούς, ἄν μᾶς ἐπιτεθοῦν, δέν θά μπορέσουμε νά κάνουμε τίποτα γιά νά τούς βγάλουμε ἀπό τήν πατρίδα μας, ἐάν τήν πατρίδα μας δέν τήν φυλάει ὁ Χριστός. Αὐτό βεβαίως δέν καταργεῖ τήν ἄμυνα. Προσέξτε: δέν καταργεῖ τήν φύλαξη τῶν συνόρων. Μήπως καί οἱ Ἑβραῖοι δέν ἔκαναν πολέμους; Ὅταν ὅμως ὁ Θεός εὐλογοῦσε τήν προσπάθειά τους, ἦταν τροπαιοφόροι στόν πόλεμο· ὅταν δέν τήν εὐλογοῦσε τήν προσπάθειά τους, ἦταν κάτι φοβερό!
Ἡ ἑνότητα τῶν πιστῶν
Κυριακή Ἁγίων Πατέρων
Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί μου, τιμᾶ τήν μνήμη τῶν ἁγίων τριακοσίων δεκαοκτώ Πατέρων τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τῆς ἐν Νικαίᾳ. Καί τήν τιμᾶ ἀφενός μέν γιά νά δοξάσει τόν Ἅγιο Τριαδικό Θεό, πού πάντοτε διασώζει τήν ἀλήθεια μέσα στήν Ἐκκλησία Του –διότι οἱ Σύνοδοι πάντοτε διέσωζαν τήν ἀλήθεια τή δογματική– καί ἀφετέρου δέ γιά νά τιμήσει τούς θεοφόρους Πατέρες πού συγκροτοῦσαν αὐτές τίς Οἰκουμενικές Συνόδους.
Ἀλλά ἡ Ἐκκλησία μας ὁμοίως θέλει νά προβάλλει –ἔτσι τουλάχιστον φαίνεται στή σημερινή εὐαγγελική περικοπή–[1] τήν ἑνότητα τῶν πιστῶν ἐν ἀγάπῃ καί ἀληθείᾳ. Προσέξτε: τήν ἑνότητα ἐν ἀγάπῃ καί ἀληθείᾳ!
Αὐτό τό ἴδιο πρόβλημα φαίνεται ὅτι ὑπάρχει πάντοτε μέσα στήν Ἐκκλησία, τό πρόβλημα τῆς ἑνότητος ἐν ἀγάπῃ καί ἀληθείᾳ, ἀκριβῶς γιατί κατά κάποιον τρόπο δέν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι πού διαταράσσουν αὐτή τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, πάντοτε, φυσικά μέχρι σήμερα, ἀλλά καί μέχρι πού νά τελειώσει ἡ Ἱστορία.
Τό πρόβλημα τῆς ἑνότητος τῶν ἀνθρώπων ἤδη εἶχε τεθεῖ καί μετά τόν κατακλυσμό τοῦ Νῶε. Θά θυμᾶστε, ὅταν ἔγιναν πολλοί οἱ ἀπόγονοι τοῦ Νῶε, θέλησαν νά διατηρήσουν αὐτήν τήν ἑνότητα, πρίν ἀκόμη διασπαροῦν στά πέρατα τῆς οἰκουμένης, καί ἄν ἦταν δυνατόν νά διατηρήσουν αὐτήν τήν ἑνότητα καί μετά τήν διασπορά τους. Γι’ αὐτό θέλησαν νά ἀφήσουν ἕνα μνημεῖο ἑνότητός τους, πού θά ἦταν ἕνα ὑλικό μνημεῖο, ἕνας πλίνθινος πύργος, ὁ ὁποῖος θά ἔφθανε ἕως τόν οὐρανό –τουλάχιστον τέτοια ἀντίληψη μποροῦσαν νά ἔχουν περί οὐρανοῦ! Ἦταν ὁ γνωστός μας πύργος τῆς Βαβέλ. Ὁ Θεός ὅμως, ὅπως γνωρίζουμε ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, ἀπό τό βιβλίο τῆς Γενέσεως, συνέχεε τίς γλῶσσες τους, μπέρδεψε τίς γλῶσσες τους, γιά νά μήν πραγματοποιηθεῖ αὐτό τό μνημεῖο.[2]
Αὐτό βεβαίως γι’ αὐτούς ἦταν δεῖγμα μιᾶς ἑνότητος, ὅπως ἤδη σᾶς εἶπα, ἀλλά ἑνότητος ἀνθρωποκεντρικῆς, δηλαδή ἐπανάληψη τοῦ πραπατορικοῦ ἁμαρτήματος. Διότι ποιό ἦταν τό προπατορικό ἁμάρτημα; Ἦταν ὁ ἀνθρωποκεντρισμός· δηλαδή ἐγώ, ὁ Ἀδάμ, νά γίνω θεός. Μά στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ ἦταν νά γίνει ὁ Ἀδάμ κατά χάριν θεός. Ὄχι· ἐγώ νά γίνω θεός, ἀλλά χωρίς τόν Θεό. Αὐτή ἡ αὐτονομία, αὐτός ὁ ἀνθρωποκεντρισμός.
Τό ἴδιο ἀκριβῶς γίνεται καί μέ τούς πλανῆτες, πού γυρίζουν γύρω ἀπό τόν ἥλιο καί φωτίζονται, παίρνοντας ὅμως τό φῶς ἀπό τόν ἥλιο. Ἄν οἱ πλανῆτες, ἄς ποῦμε, ἔλεγαν κάποια στιγμή «Δέν χρειαζόμαστε τό φῶς τοῦ ἥλιου· θά χρησιμοποιήσουμε τό δικό μας τό φῶς», θά τούς λέγαμε: «Ποιό δικό σας φῶς;... Ἐσεῖς οἱ πλανῆτες δέν εἶστε αὐτόφωτοι». Τό ἴδιο θά λέγαμε καί στούς πρωτοπλάστους: «Ὤ ἄνθρωποι, δέν εἴσαστε αὐτόφωτοι, δέ μπορεῖτε νά αὐτοθεωθεῖτε· τήν θέωση θά τήν πάρετε ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό, καί συνεπῶς τόν χρειάζεστε τόν Θεό». Δέν μποροῦμε λοιπόν νά γίνουμε ἀνθρωποκεντρικοί, δηλαδή τό κέντρο γύρω ἀπό τό ὁποῖο θά γυρίζουν τά πάντα· ὁ Θεός θά εἶναι τό κέντρο καί ὄχι ὁ ἄνθρωπος.
Ἡ πολυγλωσσία τότε στάθηκε ἕνα σημάδι τῆς διασπάσεως τῶν ἀνθρώπων. Τί εἶπε ὁ Θεός; «δεῦτε καὶ καταβάντες συγχέωμεν αὐτῶν ἐκεῖ τὴν γλῶσσαν», νά μπερδέψουμε τή γλώσσα τους. Αὐτό ὅμως ἔπρεπε νά διορθωθεῖ. Καί διορθώθηκε μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἦρθε ἐδῶ στή γῆ, καί μέ τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτό ἐμφανίστηκε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μέ τήν μορφή πυρίνων γλωσσῶν. Καί οἱ Ἀπόστολοι τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς μιλοῦσαν κατά τέτοιον τρόπο, πού ὅλοι ἐκεῖνοι πού εἶχαν συρρεύσει στά Ἱεροσόλυμα –κι ὁ καθένας ἦταν ἀπό κάποιο μέρος: ἀπό τήν Περσία, Παρθία, Μικρά Ἀσία, Κρήτη, Ἑλλάδα, Ἀραβία, Αἴγυπτο, Κυρρήνη καί λοιπά καί λοιπά– ὁ καθένας, λέει, ἄκουγε τό κήρυγμα τοῦ Πέτρου στή γλώσσα τή δική του. Ἑνώθηκαν λοιπόν, ἤ μᾶλλον διαλύθηκε ἐκείνη ἡ σύγχυση, καί ἐπῆλθε ἕνα χεῖλος, ὅπως λέει ἐκεῖ τό βιβλίο τῆς Γενέσεως, μία γλώσσα, μία φωνή, ὅπως ἦταν στήν ἐποχή τοῦ Νῶε. Ἐπανέρχεται αὐτή ἡ ὁμοφωνία, ἀλλά ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, μέ τή διαφορά πώς δέν ὑπάρχει πιά τό μνημεῖο τοῦ πύργου τῆς Βαβέλ. Πλέον δέ μπορεῖ νά εἶναι σημεῖο ἑνότητος ὁ πύργος τῆς Βαβέλ· τό σημεῖο ἑνότητος ἐφεξῆς θά εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ.
Εἶναι πολύ σημαντικό αὐτό πού σᾶς λέω, πάρα πολύ σημαντικό· ἀποτελεῖ τήν καρδίατῆς ἡμέρας τῆς Πεντηκοστῆς. Πρέπει νά τό ἀντιληφθοῦμε ὅτι ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, εἶναι ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ.
Ὁ Χριστός ἔτσι τό εἶπε. Γι’ αὐτό ἡ ἑνότητα δέν εἶναι σέ κοσμικά πράγματα, σέ πράγματα μέ κοσμικές διαστάσεις. Ὁ Κύριος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, στήν ἀρχιερατική Του προσευχή εἶπε: «Πάτερ, ἐγὼ περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ», Πατέρα μου, ἐγώ γι’ αὐτούς πού πίστεψαν σ’ ἐμένα παρακαλῶ· «οὐ περὶ τοῦ κόσμου ἐρωτῶ», δέν παρακαλῶ γιά τόν κόσμο, «ἀλλὰ περὶ ὧν δέδωκάς μοι», ἀλλά μόνο γιά ’κείνους πού μοῦ ἔδωσες.[3] Θά ξαναπῶ τή φράση, γιατί μερικοί νομίζουν ὅ,τι νομίζουν: «Δέν παρακαλῶ γιά τόν κόσμο». Θά μοῦ πεῖτε ὅτι κάνει διάκριση. Ναί. Καί τί κάνει ἐδῶ ὁ Κύριος; Ἀντιδιαστέλλει τό σημεῖο ἑνότητος· ἐκεῖνο πού Ἐκεῖνος θέτει, καί εἶναι τό πρόσωπό Του ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, ἀπό τό σημεῖο ἑνότητος τοῦ κόσμου, πού εἶναι πιά ἕνας νοητός πύργος Βαβέλ.
Φερ’ εἰπεῖν, γιά νά τό κάνουμε ἔτσι ὑλοποιημένο νά τό καταλάβουμε: Δέ μπορεῖ ἡ Ε.Ο.Κ.[4] νά εἶναι σημεῖο ἑνότητος τῶν Εὐρωπαίων· δέ μπορεῖ ὁ Ο.Η.Ε. νά εἶναι σημεῖο ἑνότητος τῶν Ἐθνῶν. Σημεῖο ἑνότητος εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ. Γιατί; Διότι ὅλα τ’ ἄλλα εἶναι σημεῖα ἀνθρωποκεντρικά, καί εἶναι ἀμφίβολη ἡ ἑνότητα πού ὑπόσχονται, εὔκολα σπάζει. Θυμηθεῖτε τά πόδια τοῦ ἀγάλματος πού εἶχε δεῖ σέ ὄνειρό του ὁ Ναβουχοδονόσορ, στή Βαβυλώνα, πού ἦταν ἀνομοιογενές τό ὑλικό πού ἦταν φτιαγμένα, ἀπό ὄστρακο, λέει, δηλαδή κεραμύδι, καί σίδηρο. Ἔσπασε... ἀνομοιογενές τό ὑλικό.[5]Σπάζουν αὐτά τά πράγματα... σπάζουν. Καί σπάζουν γιατί δέν εἶναι ἐν Θεῷ στημένα. Ὁ Κύριος εἶχε πεῖ: «ὁ μὴ συνάγων μετ’ ἐμοῦ σκορπίζει»[6], αὐτός πού δέν μαζεύει μαζί μου, οὐσιαστικά σκορπίζει.
Ἡ ἑνότητα μέσα στήν Ἐκκλησία πρέπει νά νοηθεῖ, πρῶτα-πρῶτα καί βασικά, ὀντολογική. Ὅταν λέμε ὀντολογική, τί ἐννοοῦμε; Ἐννοοῦμε ὅτι μᾶς ἑνώνει ὅλους πραγματικά τό Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό ἡ ἕνωση λέγεται ὀντολογική · εἶναι πραγματική. Πῶς; Τί μᾶς ἑνώνει τώρα αὐτή τή στιγμή ἐδῶ; Ὅσοι κοινωνήσαμε, κοινωνήσαμε τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό εἶναι σημεῖο ἑνότητος, καί μάλιστα, σᾶς εἶπα, θεμελιώδους σημασίας. Αὐτή ἡ ὀντολογική ἕνωση ἐκφράζεται μέ τό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας καί φανερώνεται μέσα στήν Ἱστορία μέ τή σύναξη τῶν πιστῶν σ’ ἕναν χῶρο, μ’ αὐτό πού λέμε ἐκλησιασμό. Γι’ αὐτό, ὅταν δέν πραγματοποιεῖται ὁ ἐκκλησιασμός, σπάζει αὐτή ἡ ἑνότητα. Γι’ αὐτό καί οἱ κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας μέ ἀφορίζουν, δηλαδή μέ ξεχωρίζουν, ὅταν δέν ἐκκλησιάζομαι τακτικά. Μοῦ λένε: «Ἀφοῦ περιφρονεῖς τόν ἐκκλησιασμό, πού εἶναι τό σημεῖο ἑνότητος τοῦ Χριστοῦ, πήγαινε σέ ἄλλα σημεῖα ἑνότητος, ὄχι μέ τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας». Κι αὐτό γίνεται ὅταν λείψω ἀπό τήν Ἐκκλησία, χωρίς ἀποχρῶντα λόγο, ἀδικαιολόγητα, τρεῖς Κυριακές. Γι’ αὐτόν τόν λόγο.
Ἀκόμη, γινόμαστε ὅλοι σύσσωμοι καί σύναιμοι, ἀφοῦ εἴμαστε ἑνωμένοι μέ τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, καί ἀποτελοῦμε μέλη τοῦ ἑνός καί μόνου Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Καί εἴμαστε μέλη ὀντολογικά, πραγματικά, γιατί τό ἴδιο Αἷμα ρέει μέσα στίς φλέβες μας. Εἴτε εἶμαι στήν Εὐρώπη καί ὁ ἄλλος εἶναι στήν Ἀσία, εἴτε εἶμαι στήν Αὐστραλία κι ὁ ἄλλος στήν Ἀμερική, στήν Ἀλάσκα ἤ ὁπουδήποτε ἀλλοῦ, ὅλοι ἀποτελοῦμε τό ἕνα καί μόνο καί ἀδιαίρετο Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Δεύτερον, ἡ ἑνότητα μέσα στήν Ἐκκλησία ἀκόμη πρέπει νά νοηθεῖ καί ὡς ἑνότητα ἠθική. Βέβαια, δέν θά μοῦ ἄρεσε πολύ αὐτή ἡ λέξη· θά τήν ἔλεγα πνευματική· ἀλλά ἐπειδή ἡ λέξη ἠθική εἶναι μία τρέχουσα λέξη, γι’ αὐτό τήν χρησιμοποιῶ. Δηλαδή ἀνάμεσα στά μέλη τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νά ὑπάρχει τό ἦθος, νά ὑπάρχει ἡ πνευματική ζωή, τό βίωμα τό πνευματικό, πού ἐκφράζεται μέ τήν ἀγάπη. Καί ἡ ἀγάπη ἀποτελεῖ τό ἔργο τῶν πιστῶν· ἐνῶ ἡ ἑνότητα ἀπορρέει ἀπό τό ἔργο τοῦ Θεοῦ. Τό ἔργο τοῦ Θεοῦ εἶναι ὅ,τι σᾶς εἶπα προηγουμένως. Τό ἔργο τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἡ μεταξύ τους ἀγάπη, πού θά ἐκφράσει τώρα καί θά παρουσιάσει στά μάτια τῶν ἀνθρώπων αὐτήν τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἡ ἠθική ἑνότητα φαίνεται σέ ὅσα γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν Α΄ Πρός Κορινθίους : «Ἔριδες ἐν ὑμῖν εἰσι». Μαλώματα εἶναι ἀνάμεσά σας, λέει στούς Κορινθίους. Ἔριδες, μαλώματα, μαλώνετε! «ὅτι ἕκαστος ὑμῶν λέγει· ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, ἐγὼ Ἀπολλώ, ἐγὼ δὲ Κηφᾶ, ἐγὼ δὲ Χριστοῦ». Ὁ ἕνας λέει ἐγώ ἀνήκω στόν Χριστό, ἄλλος λέει ἀνήκω στόν Παῦλο, ὁ ἄλλος ἀνήκω στόν Πέτρο, ὁ ἄλλος στόν Ἀπολλώ, τόν διάσημο ρήτορα Χριστιανό ἀπό τήν Ἀλεξάνδρεια. Καί ρωτάει ὁ Ἀπόστολος: «Μεμέρισται Χριστός;». Ἔχει κομματιαστεῖ ὁ Χριστός; «Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, διὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα τὸ αὐτὸ λέγητε πάντες», ὅλοι τό ἴδιο νά λέτε, «καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν σχίσματα», καί νά μήν ὑπάρχουν ἀνάμεσά σας διαιρέσεις καί σχίσματα, «ἦτε δὲ κατηρτισμένοι ἐν τῷ αὐτῷ νοῒ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμη»[7], νά βρίσκεστε κάτω ἀπό τήν ἴδια νοοτροπία, τήν ἴδια σκέψη καί τήν ἴδια γνώμη.
Βλέπετε, ἀγαπητοί;...
Αὐτήν τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας τήν καταστρέφουν τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν προβάλλουν ἐγωισμούς, ὑπερηφάνειες, ἰδιοτέλειες, καί γενικά ὅταν ὑπάρχει ἡ ἁμαρτία· αὐτή καταξεσχίζει τήν ἑνότητα τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό γράφει ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος Ἀντιοχείας: «Τὴν ἕνωσιν ἀγαπᾶτε, τοὺς μερισμοὺς φεύγετε».[8] Νά ἀγαπᾶτε τήν ἕνωση, νά εἶστε ἑνωμένοι· τούς μερισμούς, τά κόμματα, τά κομματιάσματα, νά τά ἀποφεύγετε.
Ἀκόμη, ἕνα τρίτο σημεῖο, πῶς μποροῦμε νά ἐννοήσουμε τήν ἑνότητα μέσα στήν Ἐκκλησία; Μποροῦμε νά τήν ἐννοήσουμε καί ὡς δογματική ἑνότητα. Τί σημαίνει δογματική ἑνότητα; Εἶναι ἡ ἀλήθεια μέσα στήν Ἐκκλησία· εἶναι ἡ ὀρθόδοξη πίστη μέσα στήν Ἐκκλησία. Ὅμως ἐκείνη πού καταστρέφει τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ αἵρεση.
Ὁ Κύριος εἶπε τότε στή Σαμαρείτιδα ὅτι τόν Θεό πρέπει νά τόν προσκυνοῦμε«ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ»[9]. Εἴδατε; «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ»! Καί ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης λέει αὐτό τό ἐκπληκτικό, ὅτι ἡ ἀγάπη πρέπει νά εἶναι ἐν ἀληθείᾳ.[10] Παρακαλῶ πάρα πολύ προσέξτε αὐτό ἐδῶ τό σημεῖο· εἶναι ἐπίκαιρο ὅσο ποτέ ἄλλοτε. Διότι ὁ Οἰκουμενισμός αὐτή τήν στιγμή –πού δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά ἕνα ἀνακάτωμα ὅλων τῶν αἱρέσεων, ἕνα ἀνακάτωμα, πραγματικό ἀνακάτωμα– σοῦ λέει: θά ἔχουμε τήν ἑνότητα ἐν ἀγάπῃ.
Ὄχι, κύριοι· ἡ ἑνότητα δέν θά εἶναι μόνο ἐν ἀγάπῃ, ἀλλά θά εἶναι ἐν ἀγάπῃ καίἐν ἀληθείᾳ. Καί τό ἐν ἀληθείᾳ σημαίνει δογματική ἀλήθεια, δηλαδή ὀρθοδοξότητα. Δέν μπορῶ ἐγώ νά ἔχω ἑνότητα μ’ ἐσένα, ὅταν ἐσύ δέν πιστεύεις τοῦτο ἤ ἐκεῖνο καί ἡ πίστη σου εἶναι παρδαλή. Δέν μπορῶ νά ἔχω μαζί σου ἑνότητα. Ἐξάλλου, γιατί ἀγωνίστηκαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας; Γιατί τούς προβάλλει σήμερα ἡ Ἐκκλησία –τουλάχιστον τούς Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου– καί τούς τιμᾶ; Γιά νά ὑπενθυμίζει ὅτι ἡ ἑνότητα πρέπει νά εἶναι καί ἐν ἀληθείᾳ.
1. Βεβαίως ἡ ἑνότητα ἔχει δύο διαστάσεις. Ἡ πρώτη διάσταση εἶναι ἡ κατά φύσιν, ἡ φύση μας· εἴμαστε παιδιά τοῦ Ἀδάμ, ὅλοι ἔχουμε αὐτό πού λέμε ἀνθρώπινη ὑπόσταση. Μπορεῖ ὁ ἄλλος νά εἶναι ἑτερόδοξος, νά εἶναι ὁτιδήποτε ἄλλο, ἄλλης θρησκείας καί τά λοιπά. Ἔ, καλά· ὡς ἄνθρωπο, τόν ἀγαπῶ. Εἶναι ἄνθρωπος, εἶμαι ἄνθρωπος, καί συνεπῶς τόν ἀγαπῶ ἐν ὀνόματι τῆς ἴδιας φύσεως. Ὅμως ἔχουμε καί μιά ἄλλη ἑνότητα, αὐτήν πού λέμε ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, γιά τήν ὁποία μιλᾶμε τόση ὥρα. Ἐκεῖ, ἐάν ὁ ἄλλος δέν πιστεύει, ἐάν δέν εἶναιἐν ἀληθείᾳ καί δέν δέχεται ἀπολύτως ὅλες τίς θέσεις τῆς Πίστεως, δηλαδή ὅλα τά δόγματα, δέν μπορῶ νά ἑνωθῶ μαζί του. Διότι τί θά μᾶς ἑνώσει; Τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅμως τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ δέν μπορεῖ νά χρησιμοποιεῖται ἀπό ἀνθρώπους πού ἔχουν διαφορετική πίστη καί ἀντίληψη. Ἐδῶ ὑπάρχουν αἱρετικοί πού δέν πιστεύουν στήν θεανθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως τήν ἐποχή ἐκείνη ὑπῆρχαν αἱρετικοί πού ἀρνοῦνταν τή θεότητα τοῦ Ἰησοῦ, οἱ Ἀρειανοί, τούς ὁποίους ἀντιμετώπισε ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος, ἔτσι καί σήμερα ὑπάρχουν αἱρετικοί πού δέν πιστεύουν ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι Θεός. Αὐτό ὅμως εἶναι μέγιστη βλασφημία. Πῶς λοιπόν θά ἑνωθῶ ἐγώ μαζί τους;... Καί πῶς θά τούς δεχθεῖ αὐτούς ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, πού Τόν βλασφημοῦν, μέ τό νά μή δέχονται τή θεία Του φύση;...
2. Ἀντιλαμβάνεστε λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ὅτι ἡ ἑνότητα πρέπει νά εἶναι καί ἐν ἀληθείᾳ. Τό καταλάβατε;
3. Ἕνας ἐκκλησιαστικός συγγραφέας, ὁ πολύς Ὠριγένης, λέει τό ἑξῆς: «Ἡ ἑνότης γίνεται δι’ ἀγάπης καί ἀληθείας καί προαιρέσεως ἀγαθῆς».[11] Τί θά πεῖ αὐτό; Τρία στοιχεῖα πρέπει νά συντρέχουν γι’ αὐτή τήν ἑνότητα. Πρῶτα, ἡ ἀλήθεια· ὅ,τι τόσην ὥρα σᾶς λέω. Ὅλοι νά πιστεύουμε τό ἴδιο· νά ἔχουμε τήν ἴδια πίστη, τήν ὀρθόδοξο πίστη. Κατόπιν, ἡ ἀγάπη· νά ἀγαπάει ὁ ἕνας τόν ἄλλο. Διότι μπορεῖ νά ἔχουμε τήν ἴδια πίστη, ἀλλά νά μήν ἔχουμε μεταξύ μας ἀγάπη, γιατί ὑπάρχουν οἱ μικρομεγαλοεγωισμοί... Ναί, οἱ μικρομεγαλοεγωισμοί! Θέλει ὁ ἄλλος νά προβάλλεται, νά κάνει τό δικό του, καί τά λοιπά καί τά λοιπά, καί ἐνῶ ἔχουμε ἴδια πίστη, νά σπάζει ἡ ἑνότητα, γιατί λείπει ἡ ἀγάπη. Καί μετά, λέει, εἶναι ἡ ἀγαθή προαίρεση. Ἡ ἀγαθή προαίρεση εἶναι ἡ ἀπουσία τοῦ δόλου. Μέσα σου αὐτό πού λές νά τό πιστεύεις. Αὐτό πού λένε τά χείλη σου νά τό πιστεύεις. Δέν ὑπάρχει ὁ δόλος· ὑπάρχει ταπείνωση. Ἄν σοῦ εἰπωθεῖ ὅτι ἔχεις κάπου ἕνα σημεῖο πλάνης, νά τό ἀποδεχθεῖς καί ἀμέσως νά δεχθεῖς τήν ἀλήθεια.
Στή Θεία Λειτουργία, ἀγαπητοί μου, κάθε φορά πού λειτουργοῦμε, λέμε τό ἑξῆς:«Τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τὴν κοινωνίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος αἰτησάμενοι», ἀφοῦ ζητήσαμε, λέει, τήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί τήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, «ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους», τούς ἑαυτούς μας καί τούς ἄλλους, «καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν», καί ὅλη τή ζωή μας, ὅλο τό εἶναι μας, «Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα», ἄς παραθέσωμε, ἄς τό βάλουμε στά χέρια τοῦ Χριστοῦ.
Ἐδῶ, σ’ αὐτό τό χωρίο, τό λειτουργικό χωρίο, περικλείεται ὅλο τό ποιμαντικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας. Διότι ἡ Ἐκκλησία τί θέλει; Μέ τά κηρύγματα, μέ τά Μυστήρια καί τά λοιπά, τί ἐπιδιώκει; Ἐπιδιώκει τήν ἑνότητα τῆς πίστεως, νά ἔχουμε ὅλοι τό ἴδιο πιστεύω. Λέμε «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν...», τ’ ἀκούει ὅλη ἡ Ἐκκλησία. Ὅλοι λοιπόν νά ἔχουμε τό ἴδιο πιστεύω. Κι ἔτσι, αὐτό τό ἴδιο πιστεύω γίνεται ὁδός πού ὁδηγεῖ στόν κύριο σκοπό μας, στήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τί θά πεῖ κοινωνία; Μετοχή. Γιά νά εἴμαστε ὅλοι μέτοχοι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί μή ξεχνᾶμε, ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἡ κορυφή, εἶναι ὁ τελικός σκοπός κάθε πνευματικῆς φροντίδος.
Μένει ἕνα τρίτο σημεῖο, σ’ αὐτό πού μόλις σᾶς διάβασα· εἶναι ἡ παράθεση τῶν ἑαυτῶν μας, τῆς ζωῆς μας, καί τῶν ἄλλων στά χέρια τοῦ Χριστοῦ. «Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα», ἄς παραθέσωμε. Δηλαδή;
Δηλαδή: Πηγαίνει, κυρία μου ὁ σύζυγός σου στή δουλειά καί τά παιδιά σου σχολεῖο; Μήν περνᾶς λαχτάρα μέχρι τό μεσημέρι πού θά ἐπιστρέψουν, μπάς καί τούς πάτησε κανένα αὐτοκίνητο! Ἔφυγαν; κάνε τήν προσευχή σου· Κύριε, στά χέρια Σου εἶναι ὁ σύζυγός μου καί τά παιδιά μου. Καί κάνε τίς δουλειές σου ἤρεμα καί ἥσυχα· ἔβαλες στό χέρι τοῦ Θεοῦ, στό χέρι τοῦ Χριστοῦ, ἔβαλες τήν ἀσφάλεια τῶν δικῶν σου. Αὐτό θά πεῖ ἄς παραθέσουμε. Μεγάλο πράγμα ὅταν τούς οἰκείους μας, καί τήν πατρίδα μας, τούς παραθέτουμε στόν Χριστό. Κύριε, ἐμεῖς τί μποροῦμε νά κάνουμε;... «Ἐὰν μὴ Κύριος φυλάξῃ πόλιν, εἰς μάτην ἠγρύπνησεν ὁ φυλάσσων»[12]. Ἐάν ὁ Κύριος δέν φυλάξει τήν πόλη, μάταια ἀγρύπνησαν οἱ σκοποί της, αὐτοί πού φυλᾶνε τήν πόλη.
Τό λέω αὐτό γιατί ἔχουμε τούς Τούρκους ἀπό ’δῶ, τούς παρατούρκους ἀπό ’κεῖ... τούς παραπάνω καί τούς παρακάτω... Ὅλους αὐτούς, ἄν μᾶς ἐπιτεθοῦν, δέν θά μπορέσουμε νά κάνουμε τίποτα γιά νά τούς βγάλουμε ἀπό τήν πατρίδα μας, ἐάν τήν πατρίδα μας δέν τήν φυλάει ὁ Χριστός. Αὐτό βεβαίως δέν καταργεῖ τήν ἄμυνα. Προσέξτε: δέν καταργεῖ τήν φύλαξη τῶν συνόρων. Μήπως καί οἱ Ἑβραῖοι δέν ἔκαναν πολέμους; Ὅταν ὅμως ὁ Θεός εὐλογοῦσε τήν προσπάθειά τους, ἦταν τροπαιοφόροι στόν πόλεμο· ὅταν δέν τήν εὐλογοῦσε τήν προσπάθειά τους, ἦταν κάτι φοβερό!
Νά σᾶς πῶ πῶς τό λέει ὁ ἴδιος ὁ Θεός: «Ἐάν ἔχετε τή δική μου τήν εὐλογία, ἑκατό ἀπό σᾶς θά κατατροπώνουν δέκα χιλιάδες, μυρίους. Καί ἐάν, λέει, εἴσαστε ἐσεῖς μύριοι, ἄν δέν ἔχετε τήν εὐλογία μου, ἑκατό ἀπό τούς ἐχθρούς σας θά σᾶς κατατροπώνουν»[13]. Αὐτό θά πεῖ παραθέτω τόν ἑαυτό μου στόν Θεό · ἐκεῖ εἶναι ἡ ἐλπίδα μας. Ὕστερα ἐμεῖς, ὡς χώρα, οἱ μικροί, –πάντα μικροί ἤμαστε, σέ ὄγκο, σέ ἔκταση, σέ ἀριθμό– πόσες φορές νικούσαμε! Γιατί; Παρακαλούσαμε τόν Θεό. Δέν ξέρω ὅμως, ἄν κάτι μᾶς συμβεῖ, ἐάν παρακαλέσουμε πάλι τόν Θεό. Καί τό λέω αὐτό γιατί ἤδη μπῆκε ἀρκετή δόση ἀθεΐας μέσα στόν λαό μας, καί αὐτό τό γνωρίζουμε ὅλοι μας.
Ἀγαπητοί, οἱ ἡμέρες πού περνᾶμε εἶναι διασπαστικές. Αὐτό βέβαια συμφέρει στούς ἐχθρούς, ὁρατούς καί ἀοράτους, στόν Διάβολο καί στούς ἄλλους ἐχθρούς, γιατί ἐπιτυγχάνουν τά σχέδιά τους. Μέσα στήν ἀναμπουμπούλα, λέει μία λαϊκή παροιμία, χαίρεται ὁ λύκος, δηλαδή μέσα σέ μία διασπαστικότητα χαίρονται οἱ ἐχθροί.
Γιά μᾶς τούς Ὀρθόδοξους Χριστιανούς γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Εἰ ἀλλήλους δάκνετε καὶ κατεσθίετε, βλέπετε μὴ ὑπ’ ἀλλήλων ἀναλωθῆτε»[14]. Ἐάν ὁ ἕνας δαγκώνει τόν ἄλλο, προσέξτε μήπως μεταξύ σας καταναλωθεῖτε, καταστραφεῖτε.
Ὄχι ἔτσι. Ὁ ἴδιος Ἀπόστολος λέει γιά μᾶς στήν Πρός Ἑβραίους: «Κατανοῶμεν ἀλλήλους εἰς παροξυσμὸν ἀγάπης καὶ καλῶν ἔργων»[15]. Ἄς προσέχουμε ὁ ἕνας τόν ἄλλο, ὥστε νά παρακινούμαστε σέ ὀξεῖες ἐκδηλώσεις ἀγάπης, σέ πυρετό ἀγάπης, καί καλῶν ἔργων!
Τότε ἀκριβῶς, ἀγαπητοί μου, θά μποροῦμε νά διασώζουμε τήν ἑνότητα, τήν ἑνότητα μέσα στήν Ἐκκλησία, ὅποιοι βρίσκονται μέσα σ’ αὐτή, κι ὅποιοι εἶναι αὐτοί, «ἕκαστος ἐφ’ ᾧ ἐτάχθη»[16] πού λέει ὁ Ἀπόστολος, ὁ καθένας ἐκεῖ πού τάχθηκε. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ μοναχός, ὁ ἄγαμος, ὁ ἔγγαμος, ὁ χειρώνακτας, ὁ ἐπιστήμονας, ὁ μορφωμένος, ὁ ὀλιγογράμματος, ὁ κατέχων ἀξιώματα, ὁ ἰδιώτης, ὅλοι εἴμαστε ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, ἕνα Σῶμα. Αὐτή ἐπιβάλλεται νά εἶναι ἡ ἑνότητα τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας.
Νά πῶ καί κάτι, μέ τήν εὐκαιρία τοῦ σημερινοῦ Μνημοσύνου; Καί ἐκεῖνοι πού ἔφυγαν ἀπό τήν παροῦσα ζωή δέν ξεχωρίστηκαν· εἶναι στό ἴδιο Σῶμα. Γι’ αὐτό στό ἅγιο Δισκάριο βάζουμε τίς μερίδες καί ζώντων καί κεκοιμημένων. Οἱ κεκοιμημένοι ἁπλῶς ἔφυγαν ἀπό τά μάτια μας· ὅμως εἶναι ἑνωμένοι μέ τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό μήν τό ξεχνᾶμε ποτέ!
Καί ὅλα αὐτά, αὐτή ἡ ἑνότητα τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, πρέπει νά εἶναι καί τό τεκμήριο, ἡ ἀπόδειξη τῆς ζωντάνιας τοῦ Χριστιανισμοῦ πρός τούς ἔξω, σ’ ἐκείνους πού δέν εἶναι Χριστιανοί.
Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε: «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις»[17]. Τότε θά γνωρίσει ὁ κόσμος ὅτι εἶστε δικοί μου μαθητές, ὅταν ἀνάμεσά σας ἔχετε ἀγάπη καί ἑνότητα
[1]. Ἰωάν. 17, 1-13
[2]. Γέν. 11, 1-9.
[3]. Ἰωάν. 17, 9.
[4]. Εἶναι ἡ σημερινή Εὐρωπαϊκή Ἕνωση.
[5]. Δαν. 2, 1-45.
[6]. Ματθ. 12, 30. Λουκᾶ 11, 23.
[7]. Α΄ Κορ. 1, 10-13.
[8]. Φιλαδελφεῦσιν Ἰγνάτιος, VII, 2.
[9]. Βλ. Ἰωάν. 4, 23-24.
[10]. Βλ. Β΄ Ἰωάν. 1-3. Γ΄ Ἰωάν. 1.
[11]. Origenes, Fragmenta in Jeremiam, 00234.
[12]. Ψαλμ. 126, 1.
[13]. Λευιτ. 26, 7-17.
[14]. Γαλ. 5, 15.
[15] . Ἑβρ. 10, 24.
[16]. Βλ. Α΄ Κορ. 4, 17-24.
Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΣΑΤΑΝΙΣΜΟΣ ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ
Ἡ νέα ἐκκλησιολογία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου
κ. Βαρθολομαίου
Μέ θλίψη γίναμε ὅλοι μάρτυρες τῶν διαδραματισθέντων πρό ὀλίγων μηνῶν στήν Ἁγία Γῆ. Μεταξύ τῶν ἄλλων, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος διατύπωσε στό πλαίσιο τῆς συναντήσεώς του μέ τόν Πάπα Φραγκῖσκο στά Ἱεροσόλυμα στίς 25 Μαΐου τρ.ἔ. μία καινοφανῆ καί ἐντελῶς ξένη πρός τήν Ὀρθοδοξία ἐκκλησιολογία· ὡς ἡ χειρότερη ἔκφανση καί τό ἀποκορύφωμα μιᾶς παρεκκλίνουσας ἐκκλησιολογικῆς πορείας πού ἔχει ἐκκινήσει ἤδη ἀπό πολλοῦ, ἡ νέα αὐτή ἐκκλησιολογία, ἀπορρίπτει τό ἀκατάλυτον καί ἄφθαρτον τῆς Ἐκκλησίας, ἄν καί Αὐτή, κατά τούς ἁγίους Πατέρες, εἶναι «ὁ Θεάνθρωπος Χριστός παρατεινόμενος εἰς ὅλους τούς αἰῶνας καί εἰς ὅλην τήν αἰωνιότητα. Διά τοῦτο ἡ Ἐκκλησία δέν ἔχει “σπίλον ἤ ρυτίδα ἤ τι τῶν τοιούτων”»[1] . Ἀντιθέτως, σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ Πατριάρχου, ἡ Ἐκκλησία, παρά τό θέλημα τοῦ Παντοδυνάμου Χριστοῦ, ἔχει διασπασθεῖ.
1. Διατυπώσεις τῆς ἐκκλησιολογίας τῆς «διεσπασμένης ἐκκλησίας»
«Ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, ἡ ἱδρυθεῖσα ὑπό τοῦ ἐν “ἀρχῇ Λόγου”, τοῦ “ὄντος πρός τόν Θεόν”, καί “Θεοῦ ὄντος” Λόγου, κατά τόν εὐαγγελιστήν τῆς ἀγάπης, δυστυχῶς κατά τήν ἐπί γῆς στρατείαν αὐτῆς, λόγῳ τῆς ὑπερισχύσεως τῆς ἀνθρωπίνης ἀδυναμίας καί τοῦ πεπερασμένου θελήματος τοῦ ἀνθρωπίνου νοός, διεσπάσθη ἐν χρόνῳ. Οὕτω διεμορφώθησαν καταστάσεις καί ὁμάδες ποικίλαι, ἐκ τῶν ὁποίων ἑκάστη διεκδικεῖ “αὐθεντίαν” καί “ἀλήθειαν”. Ἡ Ἀλήθεια ὅμως εἶναι Μία, ὁ Χριστός, καί ἡ ἱδρυθεῖσα ὑπ᾿ Αὐτοῦ Μία Ἐκκλησία».
«Ἀτυχῶς, ὑπερίσχυσεν ὁ ἀνθρώπινος παράγων, καί διά τῆς συσσωρεύσεως προσθηκῶν “θεολογικῶν”, “πρακτικῶν” καί “κοινωνικῶν” αἱ κατά τόπους Ἐκκλησίαι ὡδήγηθησαν εἰς διάσπασιν τῆς ἑνότητος τῆς πίστεως, εἰς ἀπομόνωσιν, ἐξελιχθεῖσαν ἐνίοτε εἰς ἐχθρικήν πολεμικήν» [2].
Ἡ θέση αὐτή δέν εἶναι παντελῶς νέα· ἤδη πολύ ἐνωρίς ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης εἶχε ἐκφράσει τήν ἄποψή του ὑπέρ τῆς ἰσότητος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τῆς αἱρέσεως τοῦ Παπισμοῦ:
«Μιά κοινή μυστηριακή κατανόηση τῆς Ἐκκλησίας ἔχει ἀναδυθεῖ, διατηρηθεῖ καί μεταδοθεῖ διαχρονικῶς ἀπό τήν ἀποστολική διαδοχή [...] ἡ Μεικτή Ἐπιτροπή ἔχει δυνηθεῖ νά διακηρύξει, ὅτι οἱ Ἐκκλησίες μας ἀναγνωρίζουν ἡ μία τήν ἄλλη ὡς Ἀδελφές Ἐκκλησίες, ἀπό κοινοῦ ὑπεύθυνες γιά τή διαφύλαξη τῆς μιᾶς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ, μέ πιστότητα πρός τό θεῖο σχέδιο, καί μέ ἕναν τελείως ἰδιαίτερο τρόπο ὅσον ἀφορᾷ στήν ἑνότητα [...] Μέ αὐτήν τήν προοπτική παρακινοῦμε τούς πιστούς μας, Καθολικούς καί Ὀρθοδόξους, νά ἐνισχύσουν τό πνεῦμα τῆς ἀδελφοσύνης, τό ὁποῖο προέρχεται ἀπό τό ἕνα Βάπτισμα καί ἀπό τή συμμετοχή στή μυστηριακή ζωή»[3].
«Διά τήν συνειδητοποίησιν τῶν ἐπιβλαβῶν στοιχείων τῆς παλαιᾶς ζύμης, ἥτις ἀποτελεῖ προϋπόθεσιν τῆς ἀληθοῦς καί σῳζούσης μετανοίας, ὠφελιμότατος εἶναι ὁ διάλογος [...] Ἐφ’ ὅσον δηλονότι μία Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει ὅτι ἄλλη τις Ἐκκλησία εἶναι ταμιοῦχος τῆς θείας χάριτος καί ἀρχηγός τῆς σωτηρίας,ἀποκλείεται, ὡς ἀντιφάσκουσα εἰς τήν παραδοχήν ταύτην, ἡ προσπάθεια ἀποσπάσεως πιστῶν ἀπό τῆς μιᾶς καί προσαρτήσεως αὐτῶν εἰς τήν ἑτέραν. Διότι ἑκάστη τοπική Ἐκκλησία δέν εἶναι ἀνταγωνίστρια τῶν ἄλλων τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, ἀλλ΄ ἕν σῶμα μετ’ αὐτῶν καί ἐπιθυμεῖ τήν βίωσιν τῆς ἑνότητος αὐτῆς ἐν Χριστῷ, τήν ἀποκατάστασιν δηλονότι αὐτῆς, διαταραχθείσης κατά τό παρελθόν, καί ὄχι τήν ἀπορρόφησιιν τῆς ἄλλης»[4].
Ἡ παράδοξη αὐτή διεύρυνση τῆς Ἐκκλησίας δέν ἄφησε ἐκτός τοῦ περιβόλου της τούς αἱρετικούς Προτεστάντες· περί τῆς 9ης Γενικῆς Συνελεύσεως τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν ἐν Πόρτο Ἀλέγκρε τῆς Βραζιλίας (Φεβρουάριος 2006), ὁ κ. Βαρθολομαῖος ἐδήλωσε τό ἔτος 2008:
«Ἀπηλλαγμένοι λοιπόν τῶν ἀγκυλώσεων τοῦ παρελθόντος καί ἀποφασισμένοι νά παραμείνωμεν ἡνωμένοι καί νά ἐργασθῶμεν ἀπό κοινοῦ, ἐθέσαμεν, πρό δύο ἐτῶν, κατά τήν διάρκειαν τῆς Θ’ Συνελεύσεως ἐν Porto Alegre Βραζιλίας, τάς βάσεις μιᾶς νέας περιόδου εἰς τήν ζωήν τοῦ Συμβουλίου»[5]
Πρός κοινή ἔκπληξη, τό τελικό κείμενο τῆς Συνελεύσεως ἐκείνης διακηρύσσει περί τῶν «ἐκκλησιῶν» τοῦ Π.Σ.Ε.:
«Κάθε ἐκκλησία εἶναι ἡ Καθολική Ἐκκλησία, ἀλλά ὄχι ἡ ὁλότητά της. Κάθε ἐκκλησία ἐκπληρώνει τήν καθολικότητά της ὅταν εἶναι σέ κοινωνία μέ τίς ἄλλες ἐκκλησίες [...] Ὁ ἕνας χωρίς τόν ἄλλο εἴμαστε πτωχευμένοι»[6].
Ὁ Μητροπολίτης Περγάμου Ἰωάννης (Ζηζιούλας), θεολογικός σύμβουλος τοῦ Πατριάρχου, ἐπίσης θεωρεῖ ὡς ἐντός «ἐκκλησίας» ὅσες (δι)αιρέσεις καί σχίσματα ἐφαρμόζουν ἕνα ὁποιοδήποτε «βάπτισμα»:
«Τό βάπτισμα δημιουργεῖ ἕνα ὅριο στήν Ἐκκλησία. Τώρα μέ αὐτό τό βαπτιστικό ὅριο εἶναι κατανοητό νά ὑπάρξει διαίρεση, ἀλλά ὁποιαδήποτε διαίρεση μέσα σέ αὐτά τά ὅρια δέν εἶναι τό ἴδιο μέ τήν διαίρεση πού ὑπάρχει μεταξύ τῆς Ἐκκλησίας καί αὐτῶν πού βρίσκονται ἔξω ἀπό αὐτό τό βαπτιστικό ὅριο [...] Ἐντός τοῦ βαπτίσματος, ἀκόμη καί ἄν ὑπάρχει μία διάσπαση, μία διαίρεση, ἕνα σχίσμα, ἀκόμη μπορεῖς νά μιλᾶς γιά Ἐκκλησία»[7].
Διευρύνοντας αὐθαιρέτως τά ὅρια τῆς Ἐκκλησίας, ὁ κ. Ἰωάννης περιόρισε τό ἐπ’ αὐτῷ καί τό πεδίο τῶν αἱρέσεων· κατ’ αὐτόν «ἐκκλησιαστικοποιεῖται» κάθε αἵρεση ἡ ὁποία δέν ἀντιπίπτει ἐκπεφρασμένως στό Σύμβολον τῆς Πίστεως, ὅπως δηλαδή ὁ Μονοφυσιτισμός-Μονοθελητισμός (τῶν λεγομένων «προχαλκηδονίων»), ἡ Εἰκονομαχία, ὁ ἀντι-ησυχασμός, ὁ ἐθνοφυλετισμός κ.λπ. :
«Ἡ αἵρεση, δηλαδή ἡ ἀπόκλιση ἀπό αὐτό πού πιστεύει καί ὁμολογεῖ μέ τό Σύμβολο τῆς πίστεώς της ἡ Ἐκκλησία, ὁδηγεῖ αὐτομάτως ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας. Τό πρόβλημα ὅμως ἀρχίζει ἀπό τή στιγμή πού ἡ ὀπτική αὐτή γωνία ἀπολυτοποιεῖται [...]»[8].
Ὅλα τά παραπάνω φαίνονται ὡς προβολή καί προέκταση τῆς παλαιᾶς προτάσεως τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα, μέντορος τῶν μετά ταῦτα πρωτεργατῶν τῆς Παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ:
«Εἰς τήν κίνησιν πρός ἕνωσιν, δέν πρόκειται ἡ μία Ἐκκλησία νά βαδίσῃ πρός τήν ἄλλην, ἀλλ’ ὅλαι ὁμοῦ νά ἐπανιδρύσωμεν τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν, ἐν συνυπάρξει εἰς τήν Ἀνατολήν καί τήν Δύσιν, ὅπως ἐζῶμεν μέχρι τοῦ 1054, παρά καί τάς τότε ὑφισταμένας θεολογικάς διαφοράς»[9].
2. Ἔμπρακτη ἐφαρμογή διαχρονικῶς τῆς νέας ἐκκλησιολογίας
Οἱ πεποιθήσεις αὐτές τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ἔχουν ἐμπράκτως βεβαιωθεῖ μέ διάφορες παλαιότερες ἐκδηλώσεις τοῦ οἰκουμενιστικοῦ γίγνεσθαι: ἐπί παραδείγματι, μέ τήν παρουσία ἤ καί συμπροσευχή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου σέ ἑσπερινό τῆς Θρονικῆς Ἑορτῆς τῆς Ρώμης (Ἰούνιος 1995), στήν κηδεία τοῦ Πάπα Ἰωάννη Παύλου Β΄ (Ἀπρίλιος 2005), σέ παπική λειτουργία στό Βατικανό (Ἰούνιος 2008), σέ συνεδρία τῆς Συνόδου τῶν Καθολικῶν Ἐπισκόπων (Ὀκτώβριος 2008) καί στήν πρώτη ἐπίσημη λειτουργία τοῦ Πάπα Φραγκίσκου (Μάρτιος 2013). Μέ τήν ἀπό κοινοῦ εὐλόγηση τῶν ὀρθοδόξων πιστῶν ἀπό τόν κ. Βαρθολομαῖο καί τόν Καρδινάλιο Cassidy (Φανάρι, Θρονική Ἑορτή 1992), καθώς καί μέ τή συμμετοχή τοῦ Πάπα Βενεδίκτου ΙΣΤ΄ σέ Πατριαρχική Λειτουργία στό Φανάρι (Νοέμβριος 2006), ὅπου ὁ Πάπας, φορώντας ὠμοφόριο, ἀπήγγειλε τό «Πάτερ ἡμῶν» καί τοῦ ἐψάλη Πολυχρόνιον! Μέ τήν πρόσφατη (Μάιος 2014) συμπροσευχή στήν Ἱερουσαλήμ, ἐνώπιον τοῦ Παναγίου Τάφου. Ἀκόμη, μέ τήν ἐπίδοση ἁγίου Ποτηρίου ὡς δώρου στόν νεο-εκλεγέντα οὐνίτη (ἐν Ἀθήναις) ἐπίσκοπο «Καρκαβίας», Δημήτριο Σαλάχα (Μάιος 2008). Μέ τή συμμετοχή τοῦ παπικοῦ ἐπισκόπου Louis Pelâtre στόν ἑσπερινό τῆς ἀγάπης στό Φανάρι τό Πάσχα τοῦ 2009, ἔθος πού συνεχίσθηκε καί τά ἑπόμενα ἔτη, μέ εἴσοδο τῶν ἑτεροδόξων στό ἱερό Βῆμα διά τῆς Ὡραίας Πύλης. Μέ τή συμμετοχή τοῦ κ. Βαρθολομαίου στή Σύνοδο τῶν Ἀγγλικανῶν στό Labeth Palace (Νοέμβριος 1993). Ὅλα αὐτά καί πολλά ἄλλα, διανθίσθηκαν μέ συμπροσευχές, προσφωνήσεις ἤ καί κοινές ἐκκλησιολογικές δηλώσεις. Στό πλαίσιο τῆς οἰκουμενιστικῆς στοχεύσεώς του ὁ κ. Βαρθολομαῖος δέν παρέλειψε νά παροτρύνει καί τόν νέο Πατριάρχη Βουλγαρίας, Μακαριώτατο κ. Νεόφυτο, νά ἐπανέλθει τό Πατριαρχεῖο Βουλγαρίας στήν οἰκουμενική κίνηση ἀπ΄ ὅπου ἀπεχώρησε τό 1998[10].
3. Ἄρνηση τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, πίστεως «εἰς Μίαν Ἐκκλησίαν»
Οἱ ὡς ἄνω δηλώσεις καί τά γεγονότα προσδιορίζουν τή σταθερή ἐκκλησιολογική γραμμή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου. Ἡ πρόσφατη ἐν Ἱεροσολύμοις δήλωσή του, ἀναδεικνύει σαφῶς καί τήν προφανῆ ἀντιφατικότητα ἤ τή διγλωσσία τῆς ἐκκλησιολογίας αὐτῆς, χαρακτηριστικές τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καθώς προβάλλει μέν τήν Μίαν Ἐκκλησίαν, ἀλλ’ ὡς «διεσπασμένην ἐν χρόνῳ». Ἐν προκειμένῳ τό πατριαρχικό κείμενο δημιουργεῖ σύγχυση καί σαφῶς δέν ὑπαγορεύεται ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό ὁποῖο εἶναι Πνεῦμα «εὐθές»[11]. Εἶναι ἀκόμη εὐνόητο, ὅτι ἡ θέση αὐτή συνιστᾷ συνειδητή ἄρνηση τοὐλάχιστον τῆς ἑνότητος τῆς «Μιᾶς» Ἐκκλησίας ὡς ἰδιότητος καί ὀντολογικοῦ Της δεδομένου. Ἡ συμπερίληψη τῆς ἰδιότητος αὐτῆς στό ἐκκλησιολογικό ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, ἀποτελεῖ τήν ἔκφραση τῆς αὐτοσυνειδησίας καί ἁγιοπνευματικῆς ἐμπειρίας τῆς Ἐκκλησίας καί κατά συνέπειαν ὅποιος – κληρικός ἤ λαϊκός - ἀμφισβητεῖ συνειδητῶς ἤ ἀπορρρίπτει τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτή ὁριοθετεῖται μέ κάθε ἀκρίβεια στούς Ὅρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί ἰδιαιτέρως στά μονοσήμαντα ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, εὐλόγως ἐκπίπτει ἀπό τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὑποκείμενος σέ καθαίρεση ἤ ἀφορισμό κατά τίς Οἰκουμενικές Συνόδους[12].
4. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι αἰωνίως ἀκατάλυτη, ἡ ἑνότητα Χριστοῦ καί πιστῶν ἀδιάσπαστη
Ἡ σαφής ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου, ὅτι «πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσι» [13] τῆς Ἐκκλησίας, πολλῷ μᾶλλον ἐπειδή «τό μωρόν τοῦ Θεοῦ σοφώτερον τῶν ἀνθρώπων ἐστίν καί τό ἀσθενές τοῦ Θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων ἐστί»[14], καταρρίπτει κάθε ἰσχυρισμό τοῦ Πατριάρχου, ὅτι «ὑπερίσχυσεν ὁ ἀνθρώπινος παράγων»στή β΄χιλιετία τῆς ἱστορίας Της! Εἶναι σαφεῖς ἐν προκειμένῳ οἱ διαπιστώσεις τῶν ἁγίων Πατέρων: γιά τόν Μ. Βασίλειο ὁ Χριστός «ἐν μέσῳ» τῆς Ἐκκλησίας«ἐγένετο, χαριζόμενος αὐτῇ τό μή σαλεύεσθαι»[15]· ὁ Θεολόγος Γρηγόριος ὀνομάζει τήν Ἐκκλησία «κληρονομίαν Χριστοῦ μεγάλην καί οὐ παυσομένην, ἀλλ’ ἀεί βαδιουμένην», ὁ δέ Χρυσόστομος Ἰωάννης διακηρύσσει ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὀνομάζεται ἀπό τήν Γραφή «ὄρος, διά τό ἀπερίτρεπτον καί πέτρα, διά τό ἄφθαρτον»[16]. Ὁ ἅγιος Νεκτάριος ὁ Πενταπόλεως, ὁμόφωνος μέ τήν ὁμολογία πάντων τῶν ἁγίων Πατέρων, βεβαιώνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία «μόνη ἐστίν ὁ στύλος καί τό ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας[17], διότι τό Πνεῦμα τό παράκλητον μένει ἐν αὐτῇ εἰς τόν αἰῶνα»[18]. Ἡ συνεχής παρουσία τοῦ Πνεύματος διασφαλίζει τήν Ἐκκλησία, καί γι΄ αὐτό εἶναι ὁλοκληρωμένο, «περατωθέν», τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος «ἔργον ἐκπεράνας εὔφρανε φίλους»[19].
Στήν Ἐκκλησία πιστεύουμε ὡς εἰς αἰώνιο θεανθρώπινο καθίδρυμα τό ὁποῖον «οὐ πανταχοῦ τῆς οἰκουμένης ἐκταθήσεται μόνον, ἀλλά καί πανταχοῦ τοῦ αἰῶνος»[20] καί συνεπῶς δέν ἡττᾶται ἤ παρέρχεται· εἶναι πασιφανές, ὅτι αὐτή ἡ χωροχρονική ἔκταση δέν ἀφορᾷ μιά νοητή «ἄχρονη» Ἐκκλησία, ἀλλά τήν «ἐν χρόνῳ» στρατευομένη, ἡ ὁποία εἶναι καί ἱστορικῶς ἐμφανέστατη ὡς ἑνότητα-κοινωνία πιστῶν[21], διότι εἶναι «πόλις ἐπάνω ὄρους κειμένη» καί «οἶκος τοῦ Θεοῦ περίοπτος τοῖς ἁπανταχοῦ»[22].
Ἡ ὑπερφυής ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ὡς Σώματος Χριστοῦ εἶναι κάτι τό δεδομένο, ἀπολύτως καί ἀμετακλήτως διασφαλισμένο ἀπό τήν Κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας[23], τόν Χριστό, μέ τή συνεχῆ παρουσία τοῦ Παρακλήτου Πνεύματός Του σ’ Αὐτήν[24], ἕως τῆς συντελείας, ἤδη ἀπό τήν Πεντηκοστή. Οἱ πιστοί, ὡς τό Σῶμα τῆς Κεφαλῆς, τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἀπαραίτητο συμπλήρωμά Της, «τό πλήρωμα τοῦ τά πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου» Χριστοῦ[25], γι’ αὐτό δέν μπορεῖ νά νοηθεῖ ἡ Μία Ἐκκλησία «ἐκτός χρόνου», δηλαδή χωρίς ἐπί γῆς πιστούς· γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Ἔνθα γάρ ἡ κεφαλή, ἐκεῖ καί τό σῶμα· οὐδενί γάρ μέσῳ διείργεται ἡ κεφαλή καί τό σῶμα· εἰ γάρ διείργετο, οὐκ ἄν εἴη σῶμα, οὔκ ἄν εἴη κεφαλή [...] Ὅρα πῶς αὐτόν κοινῇ πάντων χρῄζοντα εἰσάγει [...] Διά πάντων οὖν πληροῦται τό σῶμα αὐτοῦ. Τότε πληροῦται ἡ κεφαλή, τότε τέλειον σῶμα γίνεται, ὅταν ὁμοῦ πάντες ὦμεν συνημμένοι καί συγκεκολλημένοι»[26]. Γι’ αὐτό καί ὁ Θεός δοξάζεται καί ἐν Χριστῷ καί ἐν τῷ Σώματι τοῦ Χριστοῦ, τῇ Ἐκκλησίᾳ, τῆς ὁποίας μόνης εἶναι Σωτήρ ὁ Θεάνθρωπος[27], ὁ ὁποῖος «ἐκτρέφει καί θάλπει αὐτήν»[28]. Ὅποιος δέν πιστεύει στή συνέχεια τῆς Ἐνσαρκώσεως, τήν Ἐκκλησία, δέν πιστεύει στόν Χριστό· ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ συνέχεια τῆς ἐντός τοῦ χρόνου Σαρκώσεως. Καί ὅπως ὁ Κύριός μας ἐθέαθη, ψηλαφήθηκε καί προσκυνήθηκε ἐν σαρκί, ἐν χρόνῳ, ἔτσι ἐπίσης συνεχίζει νά συμβαίνει καί μέ τό Σῶμα Του, τήν Ἐκκλησία - ἑνωμένη καί ἁγία - ἐν χρόνῳ. Ἄν θά δεχόμασταν τή διαίρεση τῆς Ἐκκλησίας, θά δεχόμασταν λοιπόν τήν ἐκμηδένιση τῆς Ἐνσαρκώσεως καί τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου[29].
5. Ἐπειδή ὁ Χριστός «οὐ μεμέρισται» ἡ ἑνότητα εἶναι δεδομένον «κτῆμα» τῆς Ἐκκλησίας
Ἡ Ἐκκλησία ἔχοντας ὡς ὀντολογικό Της δεδομένο τήν ἑνότητα, δέν τήν ἐπιζητεῖ, ἁπλῶς τήν διατηρεῖ - «τηρεῖν τήν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης»[30] -, εἶναι δέ αὐτή οὐσιῶδες χαρακτηριστικό Της, καθ΄ὅσον «τό τῆς Ἐκκλησίας ὄνομα οὐ χωρισμοῦ, ἀλλ΄ ἑνώσεώς ἐστι καί συμφωνίας ὄνομα»[31].Ἐκκλησία διῃρημένη καί διεσπασμένη εἶναι τραγέλαφος καί ψιλή φαντασία. Ὁ ἅγιος Νεκτάριος Αἰγίνης ὁ Θαυματουργός στρεφόμενος κατά τῆς προτεσταντικῆς θεωρίας περί «ἀοράτου Ἐκκλησίας» φαίνεται νά ἐρωτᾷ τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη: «Πρός τί καί τό ὄνομα Ἐκκλησία, ἀφοῦ τά μέλη εἰσί μεμονωμένα καί πρός ἄλληλα ἄγνωστα, καί δέν ἀποτελοῦν ὀργανικόν τι σύστημα οὐδ’ ἕνωσιν ἀδιάσπαστον κατά τήν ἀληθῆ σημασίαν τοῦ ὀνόματος αὐτῆς;»[32]
Ἡ ἑνότης τῆς δογματικῆς πίστεως εἶναι λοιπόν ἐπίσης δεδομένον τῆς Ἐκκλησίας· διότι καθώς ἡ Κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας ὁ Χριστός δέν μπορεῖ νά διασπασθεῖ - «οὐ μεμέρισται ὁ Χριστός»[33] -, ἔτσι καί στήν Ἐκκλησία ὑφίσταται «εἷς Κύριος, μία πίστις, ἕν βάπτισμα»[34] καί ὄχι δογματική πολυφωνία· ἡ Ἐκκλησία διαμορφώνει ἑνιαία πίστη στό χριστεπώνυμο πλήρωμα, «κατά μίαν τῆς πίστεως καί χάριν καί κλῆσιν τούς πιστούς ἀλλήλοις ἑνοειδῶς συνάπτουσα»[35].
6. Ἡ ἀποκοπή τῶν αἱρετικῶν δέν βλάπτει τήν Ἐκκλησία
Ὅποιος ἐκπίπτει ἀπό τήν ὁμοφωνία τῆς θεολογικῆς ὁμολογίας, καί καθίσταται λοιπόν ξηρό κλῆμα πού ἀπεκόπη ἀπό τήν Ἄμπελο[36], εἶναι ὁ ἴδιος ὑπεύθυνος, καθώς σαφῶς προειδοποιεῖ ὁ Χρυσορρήμων Ἰωάννης: «Μένε εἰς Ἐκκλησίαν καί οὐ προδίδοσαι ὑπό τῆς Ἐκκλησίας. Ἐάν δέ φύγῃς ἀπό Ἐκκλησίας, οὐκ αἰτία ἡ Ἐκκλησία [...] Ἐάν δέ ἐξέλθῃς ἔξω, θηριάλωτος γίνῃ· ἀλλ’ οὐ παρά τήν μάνδραν τοῦτο, ἀλλά παρά τήν σήν μικροψυχίαν [...] Ἐκκλησία γάρ οὐ τοῖχος καί ὄροφος, ἀλλά πίστις καί βίος»[37].
Σύμφωνα μέ τά παραπάνω, ἡ ἀποκοπή τῶν αἱρετικῶν Λατίνων καί ἡ ἀπουσία τῶν αἱρετικῶν Προτεσταντῶν ἀπό τή Μία καί Καθολική Ἐκκλησία δέν Τήν ἔβλαψε («οὐ προδίδοσαι ὑπό τῆς Ἐκκλησίας») καί οὔτε θά μποροῦσε νά τήν βλάψει· σαφέστατα δηλώνουν οἱ Ὀρθόδοξοι Πατριάρχες σέ Σύνοδο τοῦ 18ου αἰῶνος τήν θεανθρώπινη ἀρτιμέλεια τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ἔκπτωση τῶν Λατίνων ἐξ ὑπερηφανίας τοῦ Πάπα: «Ὕστερον μέντοι πρό χρόνων τινῶν ἐπηρείᾳ τοῦ πονηροῦ ὁ Ῥώμης πάπας ἀποσφαλείς καί εἰς ἀλλόκοτα δόγματα καί καινοτομίας ἐμπεσών, ἀπέστη τῆς ὁλομελείας τοῦ σώματος τῆς εὐσεβοῦς Ἐκκλησίας καί ἀπεσχίσθη [...] Νῦν δέ τά μέν τέσσαρα μέρη τοῦ ῥηθέντος ἱστίου ἐνέμειναν κατά χώραν συνημμένα τε καί συνεραμμένα, δι’ ὧν εὐχερῶς ἡμεῖς διαπλέομεν καί ἀκυμάντως τό τοῦ βίου τούτου πέλαγος [...]. Οὕτως οὖν ἡ καθ’ ἡμᾶς τοῦ Χριστοῦ εὐσεβής Ἐκκλησία ἐπί τέσσαρσιν νῦν ἐρείδεται στύλοις, τοῖς τέσσαρσι δηλαδή Πατριάρχαις, καί μένει ἀδιάσειστος καί ἀκλόνητος»[38].
Βεβαίως, ἡ αἵρεση δέν εἶναι μόνον ἡ εἰς τά καίρια βλάβη τῆς ἐκκλησιαστικῆς πίστεως, ἀλλά καί στά ἐλάχιστα, τά ὁποῖα πάντοτε ἐξελίσσονται ἐπί τά χείρω. Μαζί μέ πολλούς ἄλλους ἁγίους ὁ Πατριάρχης ΚΠόλεως ἅγιος Ταράσιος παρατηρεῖ: «Τό γάρ ἐπί δόγμασιν εἴτε μικροῖς εἴτε μεγάλοις ἁμαρτάνειν, ταὐτόν ἐστι· ἐξ ἀμφοτέρων γάρ ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ἀθετεῖται»[39]. Καί ὁ μέγας Πατριάρχης ΚΠόλεως Γεννάδιος Β΄ Σχολάριος συμφωνεῖ: «Εἴτε γοῦν ἐν μείζονι εἴτε ἐν ἐλάττονι διαμαρτάνοι τις τῆς ἀληθείας τῆς πίστεως, αἱρετικός ἐστιν»[40].
7. Ἔχει καταλυθεῖ ἡ Ἱερωσύνη τῶν Ἐπισκόπων ;
Συνεπής ἑρμηνεία τῆς νέας αὐτῆς ἐκκλησιολογίας, καθιστᾷ τόν Πατριάρχη καί ἅπαντες τούς Ἐπισκόπους «ἐλλιπεῖς» ὡς πρός τήν πραγματική Ἱερωσύνη τοῦ Χριστοῦ καί συνεπῶς τοποτηρητές, ἀλλ΄ ὄχι διαδόχους τῶν Θρόνων τους, καί ἐπόπτες, ἀλλ’ ὄχι τελειωτές τῶν θείων Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ Ἐπίσκοποι δέν μετέχουν στό πλήρωμα τῆς Ἱερωσύνης τῆς Ἐκκλησίας, ἄν ἀληθεύει ὁ κ. Βαρθολομαῖος. Ἄν διεσπάσθη ἐν χρόνῳ ἡ Μία Ἐκκλησία, τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τότε ἡ ἐκκλησιαστική Ἱεραρχία, ἡ ὁποία εἶναι ἐν Πνεύματι κοινωνός τῆς ἐπουρανίου Ἱεραρχίας κατά τόν ἅγιο Μάξιμο[41], ἔχει «θρυμματισμένο» τόν φωτισμό τῆς Ἱερωσύνης, διότι «θεοπτικῶς ὁ ἱεράρχης πρῶτον ἐλλάμπεται, εἶτα μεταδίδωσι τοῖς ὑπ΄ αὐτόν, εἶτα τελειοῖ τούτοις, οἷς μεταδίδωσι τῆς ἐλλάμψεως» [42].
Ἀπό τίς παραπάνω σύντομες, κατά τό δυνατόν περιεκτικές, δογματικές διαπιστώσεις καθίσταται ἡλίου φαεινοτέρα ἡ ἀπόσταση τῶν κατά καιρούς πατριαρχικῶν δηλώσεων ἀπό τήν Ὀρθοδοξία: ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος πιστεύει σέ μία «διευρυμένη καί διῃρημένη» Ἐκκλησία· διευρυμένη, διότι θεωρεῖ τούς αἱρετικούς ὡς ἀνήκοντες σέ αὐτήν δυνάμει ὁποιουδήποτε «βαπτίσματος», παρά τά αἱρετικά τους δόγματα καί τό σχίσμα τῆς ἀκοινωνησίας, διῃρημένη δέ, διότι δέν ὑπάρχει «διακοινωνία» ὀρθοδόξων καί αἱρετικῶν. Μολονότι διῃρημένη «ἐντός τῆς ἱστορίας», ἡ Μία Ἐκκλησία συνεχίζει νά ὑφίσταται «κάπου-κάπως», κατά τόν κ. Βαρθολομαῖο. Εἶναι ὅμως καταφανές στήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι ἡ ἑνότητά Της εἶναι ὀντολογικό καί ἀναφαίρετο γνώρισμά Της, διότι Αὐτή εἶναι Σῶμα τοῦ ἀδιαιρέτου καί Παντοδυνάμου Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ. Ὡς Σῶμα Χριστοῦ καί ὁλοκλήρωση τοῦ ἔργου Του, ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά διαιρεθεῖ, διότι αὐτό εἶναι κατάλυσή Της καί «ἧττα» τῆς Θεότητος, οὔτε μπορεῖ νά παύσει νά ὑφίσταται, διότι Αὐτή ἀποτελεῖ ἐκπλήρωση τῶν ἐπαγγελιῶν τῆς αἰωνίου ἐπί γῆς σωτηρίας. Ἡ ἑνότητα τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας ἐκφράζεται μεταξύ ἄλλων καί στήν ἑνιαία δογματική πίστη, ἡ ἀμφισβήτηση τῆς ὁποίας συνιστᾷ αἵρεση, ἀμφισβήτηση τῶν προϋποθέσεων τῆς σωτηρίας μας. Ὁ Χριστός ἀπεφάνθη, ὅτι ὅποιος χωρισθεῖ ἀπό τήν Ἄμπελο, δηλ. τόν Ἴδιο, ξηραίνεται ὡς τό κλῆμα καί ἀπόλλυται[43]. Ὁ κ. Βαρθολομαῖος θεωρεῖ ὅτι ἡ Ζῶσα καί εὔχυμος Ἄμπελος τοῦ Κυριακοῦ Σώματος χωρίς τά ξηρά κλήματα πού μέ δική τους εὐθύνη ἀπεκόπησαν εἶναι ἐλλιπής, «διεσπασμένη», καί πρέπει ὁπωσδήποτε νά τά «ἐγκεντρίσουμε» σέ Αὐτήν ἐκ νέου, νεκρά ὄντα, στό ἐκκλησιαστικό Σῶμα τῆς ὄντως Ζωῆς, τοῦ Ζῶντος Χριστοῦ.
8. Ἡ παλαιά ἀντίδραση μέ διακοπή μνημονεύσεως τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα
Ἡ καινοτόμος ἐκκλησιολογία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου ἔχει προωθήσει τόν Οἰκουμενισμό ἀπό τό σημεῖο τῆς ἀπαξιώσεως τῶν δογμάτων, ἴδιον τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, στήν παροῦσα φοβερή διαστρέβλωση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως· προφανῶς ἡ διακήρυξη «διαλύσεως» τῆς Μιᾶς Ἐκκλησίας εἶναι ἀπαραίτητη γιά τόν Οἰκουμενισμό, ὥστε ἡ «νέα-ἐκκλησία» νά «ἐπανιδρυθεῖ» σέ ἁρμονία μέ τίς οἰκουμενιστικές προδιαγραφές.
Ἐπί Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, τό Ἅγιον Ὄρος σύσσωμο εἶχε ἀντιδράσει στά οἰκουμενιστικά του ἀνοίγματα. Τρεῖς Μητροπολῖτες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐφάρμοσαν τήν προβλεπόμενη ἀπό τούς ἁγίους Πατέρες καί τούς ἱερούς Κανόνες, τόν 31ον Ἀποστολικό καί τόν 15ον τῆς Πρωτοδευτέρας, νόμιμη ἐκκλησιαστική ἀντίσταση διά τῆς διακοπῆς τοῦ μνημοσύνου. Τό ἴδιο ἔπραξαν καί ὀκτώ ἀθωνικές ἱερές Μονές: «διά τῆς ἀποφάσεως τῆς Ἐκτάκτου Διπλῆς Ἱερᾶς Συνάξεως, Συνεδρίᾳ ΝΒ΄ τῆς 13ης Νοεμβρίου 1971, [...] ἑκάστη Ἱερά Μονή, ὡς αὐτοδιοίκητος, ἀφέθη ἐλευθέρα νά πράττη κατά συνείδησιν εἰς τό θέμα τοῦτο»[44]. Ἡ διακοπή ἐκείνη τοῦ μνημοσύνου, χωρίς περαιτέρω ἀποτείχιση ἤ παντελῆ ἀκοινωνησία, ἀποτελοῦσε ἐπαινετή στάση, διότι καθώς ὁρίζει ὁ 15ος ἱερός Κανών τῆς Πρωτοδευτέρας[45] (ἔτους 861), ὅσοι ἀμύνονται ἔτσι «οὐ σχίσματι τήν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλά σχισμάτων καί μερισμῶν τήν Ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ρύσασθαι»· ὅσοι μέ τέτοια πρόθεση διακόπτουν τό μνημόσυνον Ἐπισκόπων ἑτεροφρόνων, «οὐκ Ἐπισκόπων, ἀλλά ψευδεπισκόπων καί ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν» καί γι΄ αὐτό «οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑπόκεινται [...] ἀλλά καί τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται»[46]. Λυπούμεθα, διότι ἡ πορεία τῶν πραγμάτων δέν ἐμπνέει αἰσιοδοξία γιά ἀλλαγή πλεύσεως τοῦ κ. Βαρθολομαίου. Στήν προσεχῆ ἐπίσκεψη τοῦ Πάπα Φραγκίσκου στό Φανάρι, γιά τή Θρονική Ἑορτή τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου, στά τέλη τοῦ ἐρχομένου Νοεμβρίου καί πάλιν ἀναφαίνεται στόν ζοφερό ὁρίζοντα τυπικόν αὐξημένης λειτουργικῆς συμμετοχῆς τοῦ αἱρεσιάρχου Πάπα στήν Ὀρθόδοξη Θεία Λειτουργία, φοροῦντος ὠμοφόριο, μέ λειτουργικό ἀσπασμό πρός αὐτόν (πού δέν προβλέπεται γιά ὅσους δέν λειτουργοῦν ἀλλά παρίστανται μόνον), μέ ἀπαγγελία ἀπό αὐτόν τοῦ «Πάτερ ἡμῶν», προσευχῆς μέ σαφῆ εὐχαριστιακή ἀναφορά («τόν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον») καί πού πρέπει νά ἀπαγγέλλεται ἀπό τόν Προεστῶτα ἐκ μέρους τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ· ἀκόμη μέ θυμιάτιση τοῦ Πάπα καί μέ παραχώρηση σέ αὐτόν τοῦ ἄμβωνος, γιά νά κηρύξει. Ὅλα αὐτά δέν εἶναι ἁπλῆ συμπροσευχή, διότι ἀσφαλῶς, ἡ Θεία Λειτουργία δέν ἄρχεται ἀπό τό «Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε», ἀλλά ἀπό τό «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία»[47]. Κατά τόν π. Ἀλέξανδρο Σμέμαν «ἀπό τήν πλευρά τῆς Παραδόσεως, ὁ μυστηριακός χαρακτήρας τῆς Εὐχαριστίας δέν μπορεῖ τεχνητῶς νά περιορισθεῖ σέ μία πράξη, σέ μία στιγμή τοῦ ὅλου τυπικοῦ. Ἔχουμε μία “τάξη” στήν ὁποία ὅλα τά μέρη καί ὅλα τά στοιχεῖα εἶναι ἀναγκαῖα, εἶναι ὀργανικῶς συνδεδεμένα μετ΄ ἀλλήλων σέ μία μυστηριακή δομή. Μέ ἄλλα λόγια, ἡ Εὐχαριστία εἶναι μυστήριο ἀπ’ ἀρχῆς μέχρι τέλους καί ἡ ἐκπλήρωση ἤ ὁλοκλήρωσή της “καθίσταται ἐφικτή” ἀπό ὅλη τή Λειτουργία»[48].
Εὐχόμεθα, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος νά ἀναλογισθεῖ τή μέγιστη εὐθύνη του ἔναντι ἐκείνων τούς ὁποίους ὁδηγεῖ στήν πλάνη καί τήν ἀπογύμνωση τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τόν «χιτῶνα τῆς ἀληθείας, τόν ὑφαντόν ἐκ τῆς ἄνω θεολογίας»[49]. Τίποτε ἀπό τά ὀρθόδοξα δόγματα δέν θά ἐκπέσει ποτέ. Τίποτε δέν θά μεταβληθεῖ ποτέ. Καί ποτέ δέν θά προστεθεῖ καμμία ἀπόφαση νέα πού νά ἀλλοιώνει τίς παλαιές. Δογματική ἐξέλιξη δέν εἶναι δυνατόν νά ὑπάρξει καμμία, κανενός εἴδους[50].
«Ὁ δέ ταράσσων ὑμᾶς βαστάσει τό κρῖμα, ὅστις ἄν ᾖ»[51]
Ἀκολουθοῦν μετά τίς ὑποσημειώσεις οἱ ὑπογραφές δύο χιλιάδων περίπου προσώπων, Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν, κληρικῶν, μοναχῶν καί λαϊκῶν.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ὅσοι ἐκ τῶν κληρικῶν, μοναχῶν, μοναζουσῶν καί λαϊκῶν ἐπιθυμοῦν νά συμμετάσχουν στήν μικρή αὐτή κατάθεση ὀρθοδόξου ὁμολογίας ἠμποροῦν νά τό δηλώσουν γράφοντας:«Συμφωνῶ μέ τό κείμενο ἐναντίον της ”Νέας Ἐκκλησιολογίας τοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου” καί προσυπογράφω». Νά ἀποστείλουν δέ τήν δηλωση μέ τό ὄνομά τους καί τήν κληρική, μοναστική ἤ ἐπαγγελματική τους ἰδιότητα στή διεύθυνση: Περιοδικό «Θεοδρομία», Τσιμισκῆ 128, 546 21 Θεσσαλονίκη, Fax: 2310.276590 καί e-mail: synaxisorthkm@gmail.com
Ἐπισημαίνεται ὅτι εἶναι ἀπαραίτητη στό e-mail ἡ ἀναγραφή ὀνοματεπωνύμου, ἐπαγγέλματος (ἤ ἰδιότητος) καί τόπου διαμονῆς, μέ πεζούς καί τονισμένουςχαρακτῆρες, πρός ἀποφυγήν λαθῶν (π.χ. παρατονισμῶν) στήν καταγραφή τοῦ ὀνόματος καί τοῦ ἐπωνύμου· ὄχι μόνον ἀναγραφή ὀνόματος ἤ e-mail.
[1]. ΑΓ. ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ, Ἄνθρωπος καί Θεάνθρωπος· μελετήματα Ὀρθοδόξου Θεολογίας, ἐκδ. Ἀστήρ, Ἀθῆναι 1987, σελ.182 (Κεφάλαια Ἐκκλησιολογικά, §33). Βλ. καί Ἐφ. 5, 27.
[2]. «Οικουμενικός Πατριάρχης προς Πατριάρχη Ιεροσολύμων: Αμφότεροι φυλάσσσομεν πνευματικάς καί κυριαρχικάς Θερμοπύλας», Amen.gr (24 Μαϊ 2014)http://www.amen.gr/article18151 (παράγραφος §4).
[3]. «Common Declaration Signed in the Vatican by Pope John Paul II and Patriarch Bartholomew I, June 29, 1995», EWTN Global Catholic Network,http://www.ewtn.com/library/PAPALDOC/BARTHDEC.HTM. Βλ. καί Ἐπίσκεψις 520 (31-7-1995) 20.
[4]. Προσφώνησις πρός τήν παπικήν ἀντιπροσωπείαν ὑπό τόν Καρδινάλιο William Keeler, κατά τήν Θρονική Ἑορτή τοῦ Πατριαρχείου ΚΠόλεως (1998) ἐνἘπίσκεψις, ἔτος 29ον, ἀρ. 563 (31-11-1998).
[5]. « Ὁμιλία ἐπ’ εὐκαιρίᾳ τῆς ἑξηκοστῆς ἐπετείου ἀπό τῆς ἱδρύσεως τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν» (Καθεδρικός Ναός Ἁγίου Πέτρου Γενεύης, τήν 17ηνΦεβρουαρίου 2008) ἐν http://www.ec-patr.org/docdisplay.php?lang=gr&id=876&tla=gr
[6]. Μτφρ. ἀπό τό Called to be the One Church, §6 καί 7 ἐν God, in your Grace ... Official Report of the Ninth Assembly of the World Council of Churches, ὑπό Luis N. Rivera-Pagán, WCC Publications, Geneva 2007, σ. 257.
[7]. «Orthodox Ecclesiology and the Ecumenical Movement», Sourozh Diocesan Magazine (Ἀγγλία), τόμ. 21 (Αὔγουστος 1985), σ. 16.
[8]. «Ἐκκλησία καί ἔσχατα», Ἐκκλησία καί Ἐσχατολογία, Ἱ.Μ. Δημητριάδος, Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν, ἐκδ. Καστανιώτη, Ἀθήνα 2001, σ. 30.
[9]. Πατριαρχικόν Μήνυμα ἐπί τῇ ἑορτῇ τῶν Χριστουγέννων 1967, ἐν Α. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ἀπό τήν πορείαν τῆς ἀγάπης: ἡ ἐπίσκεψις τῆς Α.Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμεν. Πατριάρχου Ἀθηναγόρου εἰς Ἀγγλίαν –Νοέμβριος 1967, Ἀθῆναι 1968, σελ. 87.
[10]. «Χαιρετισμός τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου κατά τήν Ὑποδοχήν ἐν τῇ Αἰθούσῃ τοῦ Θρόνου τοῦ Μακ. Πατριάρχου Βουλγαρίας κ. κ. Νεοφύτου» (Φανάριον, 20 Σεπτεμβρίου 2013) ἐν http://www.ec-patr.org/docdisplay.php?lang=gr&id=1757&tla=gr· «Ἔχομεν δι᾿ ἐλπίδος ὅτι ἡ Ἁγιωτάτη Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς Βουλγαρίας ὑπό τήν Ὑμετέραν πεπνυμένην καθοδήγησιν, Μακαριώτατε, θά συμμετέχῃ, κατά παράδοσιν καί πανορθόδοξον ἐν Διασκέψεσιν ἀπόφασιν, εἰς τούς διορθοδόξους καί διαχριστιανικούς διαλόγους».
[11]. Ψαλμ. 50, 12· πρβλ. καί Ἰακ. 5, 12· «ἤτω δέ ὑμῶν τό ναί ναί καί τό οὔ οὔ, ἵνα μή εἰς ὑπόκρισιν πέσητε».
[12]. Βλ. ἱερόν ζ΄Κανόνα τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (ACO 1,1,7,105ἑ.).
[13]. Ματθ. 16, 18.
[14]. Α΄ Κορ. 1, 25.
[15]. Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ, Ὁμιλία εἰς τόν με΄ Ψαλμόν 5, PG 29B, 424B.C.
[16]. ΑΓ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ, Λόγος Δ΄ (Κατά Ἰουλιανοῦ Βασιλέως Α΄) 67, PG 35, 588C-589A. Τό χωρίον τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου παρά τῷ ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ, Ἱερά Παράλληλα, Στοιχεῖον Ε, τίτλος ΣΤ΄, PG 95, 1436A.
[17]. Α΄ Τιμ. 3, 15
[18]. ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ, Μελέται δύο· Α΄: Περί τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Β΄: Περί τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως, ἐκδ. Ν. Παναγόπουλος, Ἀθῆναι 1987, σ. 32.
[19]. Πεντηκοστάριον, Ὄρθρος Κυριακῆς τῆς Πεντηκοστῆς, ἰαμβικός κανών, ᾠδή α΄.
[20]. ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Εἰς τόν Ψάλμ. 44, PG 55, 203.
[21]. Ὅτι εἶναι ὁρατή εἶναι ἐμφανές καί στήν Ἁγία Γραφή· βλ. Πράξ. 2, 41 καί 2, 47: «ὁ δέ Κύριος προσετίθει καθ΄ ἡμέραν τούς σῳζομένους τῇ Ἐκκλησίᾳ».
[22]. Ματθ. 5, 14 καί ΑΓ. ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ, Ἐξήγησις ὑπομνηματική εἰς τόν Προφήτην Ἠσαΐαν 1, 2 PG 70, 69A.B. Βλ. καί ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ,Εὐαγγελική προπαρασκευή 6, 18 PG 22, 457D
[23]. Ἐφ. 1, 22.23
[24]. Ἰω. 14, 16 καί Λουκ. 24, 49
[25]. Ἐφ. 1, 22.23· «καί αὐτόν ἔδωκε κεφαλήν ὑπέρ πάντα τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἥτις έστί τό σῶμα αὐτοῦ, τό πλήρωμα τοῦ τά πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου»
[26]. Εἰς τήν πρός Ἐφεσίους 1, 3, 2· PG 62, 26.
[27]. Ἐφ. 3, 21· «αὐτῷ ἡ δόξα ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ εἰς πάσας τάς γενεάς τοῦ αἰῶνος τῶν αἰώνων· ἀμήν»· Ἐφ. 5, 23· «... ὡς καί ὁ Χριστός κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, καί αὐτός ἐστι σωτήρ τοῦ σώματος».
[28]. Ἐφ. 5, 29
[29]. ΑΝΩΝΥΜΟΣ (Ὀρθόδοξος Ἱερεύς), Τά προσφάτως διαδραματισθέντα στήν Ἁγία Πόλη καί τό ἐκκλησιολογικό τους ὑπόβαθρο,http://www.impantokratoros.gr/B15881B3.el.aspx
[30]. Ἐφ. 4, 3.
[31]. ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Εἰς τήν Πρός Κορινθίους Α΄ Ἐπιστολήν 1, PG 61, 13
[32]. ΑΓ. ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ, αὐτόθι, σ. 27.
[33]. Α΄ Κορ. 1, 13
[34]. Ἐφ. 4,5
[35]. ΑΓ. ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ, Μυσταγωγία 24, PG 91, 705Β.
[36]. Ἰω. 15, 4-6
[37]. ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Ὅτε τῆς Ἐκκλησίας ἔξω εὑρεθείς Εὐτρόπιος 1, PG 52, 397.
[38]. Ἀποκρίσεις (1716/1725) τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς πρός τούς Ἀγγλικανούς Ἀνωμότους, (Ἀπόκρισις 5), εἰς ΙΩ. ΚΑΡΜΙΡΗΣ, Τά Δογματικά καί Συμβολικά Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἐν Ἀθήναις 1953, τόμ. Β', σ. 794ἑξῆς.
[39]. Ζ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος,Πράξις Α’, Mansi 12, 1031-1034.
[40]. Πρός τόν Βασιλέα· ἐπέμφθη αὐτῷ τῇ ιβῃ τοῦ Μαρτίου 6, ἐν Γενναδίου Σχολαρίου Ἅπαντα τά Εὑρισκόμενα, τόμ. 3, ἐκδ. Louis Petit – X.A. Siderides, Paris 1930, σ. 161.
[41]. Σχόλια εἰς τό Περί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱεραρχίας 5, 2.4 PG 4,161A.
[42]. ΑΓ. ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ, Σχόλια εἰς τό Περί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱεραχίας 5, 2.4 PG 4,164Α. Πρβλ. ΑΓ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ, Περί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱεραρχίας 3,2 PG 3, 428A.
[43]. Ἰω. 15, 4-6
[44]. Βλ. τό σχετικόν Γράμμα τῆς Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου ἐν Θεοδρομία ΙΑ΄1 (Ἰαν-Μάρ 2009) 77. Τά συναφῆ ὅλα στίς σσ. 75-81.
[45]. ΑΓ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, ἐκδ. Ἀστήρ, Ἀθῆναι 1982, σ. 358.
[46]. Βλ. τή γνώμη τοῦ ἁγίου Νικοδήμου (αὐτόθι, σ. 344) περί τῶν Κανόνων τῆς Πρωτοδευτέρας «... ἀναγκαῖοι μέν ὄντες εἰς τήν τῆς Ἐκκλησίας εὐκοσμίαν καί κατάστασιν, βεβαιούμενοι δέ καί ἐπικυρούμενοι ἀπό τε τοῦ Νομοκάνονος τοῦ Φωτίου, ἀπό τούς ἑρμηνευτάς τῶν κανόνων καί ἀπό ὅλην τήν Ἐκκλησίαν».
[47]. Πρβλ. ΠΡΕΣΒ. ΑΝ. ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ, Ἡ Συμπροσευχή μέ αἱρετικούς· προσεγγίζοντας τήν κανονική πράξη τῆς Ἐκκλησίας, ἐκδ. Θεοδρομία, Θεσσαλονίκη 2009, σ. 118 καί γενικῶς σσ. 113-118.
[49]. Κοντάκιον τῆς Κυριακῆς τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (13-19 Ἰουλίου)
[50]. Πρβλ. ΠΡΩΤΟΠΡ. Γ. ΦΛΩΡΟΦΣΚΥ, «Ὁ Οἶκος τοῦ Πατρός», ἐν Ἀνατομία Προβλημάτων τῆς Πίστεως, μτφρ. Ἀρχιμ. Μελετίου Καλαμαρᾶ, ἐκδ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1977, σ. 133.
[51]. Γαλ. 5, 10
Υπέγραψαν μέχρι σήμερα:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου