Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ
Δύο κορυφαίας σημασίας ἐνέργειες τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς
1. Ἡ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πρέπει νὰ καταδικάση τὸν Οἰκουμενισμό.
Πνευματικὴ εὐφροσύνη καὶ ἀνεκλάλητη ἐν Κυρίῳ χαρὰ κατέλαβε τὶς καρδιὲς τῶν Ὀρθοδόξων, ἐξ αἰτίας δύο σημαντικῶν πρωτοβουλιῶν τοῦ ὁμολογητοῦ ἀρχιερέως τῶν καιρῶν μας, σεβασμιωτάτου μητροπολίτου Πειραιῶς κ. Σεραφείμ. Ἡ πρώτη ἐνέργεια συνίσταται εἰς τὸ ὅτι ἀμέσως μετὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, περὶ τὰ μέσα τῆς Διακαινησίμου ἑβδομάδος, συνέταξε καὶ ἀπέστειλε πρὸς τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ πρὸς τοὺς σεβασμιωτάτους ἀρχιερεῖς, μέλη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, ἐπιστολή, μὲ τὴν ὁποία ζητοῦσε, λόγῳ τοῦ ὅτι «ὄντως τώρα κινδυνεύει σοβαρὰ ἡ Ὀρθοδοξία», νὰ συγκληθῆ ὅσο τὸ δυνατὸν συντομώτερα «ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιὰ νὰ ἐξετάση καὶ ἐρευνήση τὰ ἀνωτέρω καυτὰ καὶ φλέγοντα θέματα, πάντοτε ὑπὸ τὸ φῶς τῆς Ἁγιογραφικῆς, Ἁγιοπατερικῆς καὶ Ἱεροκανονικῆς διδασκαλίας καὶ παραδόσεως τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, νὰ λάβη καταδικαστικὴ ἀπόφαση ἐναντίον τόσο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ὅσο καὶ τῶν ἀκολουθούντων, διδασκόντων καὶ μεταλαμπαδευόντων τὴν παναίρεση αὐτή, γιὰ νὰ παύσουν τὰ σκάνδαλα καὶ ἡ σύγχυση κλήρου καὶ λαοῦ. Μετὰ τὴν κυκλοφόρηση τῆς θαρραλέας καὶ ἱστορικῆς «Ὁμολογίας πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ ὁποία ἀναστάτωσε καὶ ἐθορύβησε τοὺς Οἰκουμενιστὰς τόσο, ὥστε νὰ ζητοῦν τὴν δίωξη ὅσων τὴν ὑπέγραψαν, ἡ πρωτοβουλία αὐτὴ ἀποτελεῖ σημαντικώτατο βῆμα, διότι μεταφέρει ἐπισήμως καὶ ἐπὶ ὑψηλοῦ ἐκκλησιολογικοῦ ἐπιπέδου, μὲ αἴτημα δηλονότι ἐπιφανοῦς ἐπισκόπου, τὸν ἀγῶνα ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἰς ἐπίπεδο συνόδου. Δὲν γνωρίζουμε τὴν στάση καὶ ἀντίδραση τοῦ ἀρχιεπισκόπου καὶ τῶν λοιπῶν ἀρχιερέων ἔναντι τοῦ ἱστορικοῦ αὐτοῦ ἐγγράφου. Μέχρι στιγμῆς, μετὰ παρέλευση δύο μηνῶν, ἐπικρατεῖ ἄκρα σιωπή, ἐνδεικτικὴ τῶν προθέσεων τῆς ἐν Ἑλλάδι ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας. Θὰ ἀσχοληθῆ δυστυχῶς ἡ Ἱεραρχία, κατὰ τὴν τακτικὴ της συνεδρία τοῦ Ὀκτωβρίου, μὲ δευτερεύοντα θέματα, σὲ ἐπίπεδο ποιμαντικῶν σεμιναρίων καὶ αὐτονοήτων γιὰ τοὺς ἐπισκόπους ἐκτιμήσεων καὶ διαπιστώσεων, καὶ θὰ παρακάμψῃ τὸ κολοσσιαῖο, τὸ ἐκρηκτικό, τὸ διαιρετικὸ τοῦ ποιμνίου, τὸ διαβρωτικὸ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ζωῆς θέμα τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, διαχριστιανικοῦ καὶ διαθρησκειακοῦ, ὁ ὁποῖος, κατὰ τὴν ἐκτίμηση συγχρόνων Ἁγίων Πατέρων, Γερόντων καὶ ἐπιφανῶν πατερικῶν θεολόγων, ἀποτελεῖ τὴ χειρότερη ἐκκλησιολογικὴ αἵρεση ὅλων τῶν αἰώνων. Τὸ ἔγγραφο τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς ὑπενθυμίζει καὶ καθιστᾶ ἀπολύτως ἐπίκαιρα ὅσα εἶπε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους - ἐπισκόπους τῆς περιοχῆς τῆς Ἐφέσου κατὰ τὴν τελευταία ἱεραποστολική του περιοδεία, τὴν προτροπή του, δηλαδή, νὰ προστατεύουν τὸ ποίμνιο ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς λύκους τῶν ἐμφανῶν αἱρέσεων, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς ἀφανεῖς πλανεμένους καὶ αἱρετίζοντας συνεπισκόπους των: «Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος. Ἐγὼ γὰρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου· καὶ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν»[1]. Ὑπενθυμίζει ἀκόμη πρός ὅσους σιωποῦν, τὴν βαρύτατη ἐκτίμηση τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ ὅτι ὑπάρχουν τρία εἴδη ἀθεΐας· στὸ πρῶτο ἀνήκουν οἱ κατ᾽ ἐξοχὴν ἄθεοι, ὅσοι, δηλαδή, δὲν πιστεύουν στὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, στὸ δεύτερο ἀνήκουν οἱ αἱρετικοὶ ποὺ διαστρέφουν τὰ τοῦ Θεοῦ καὶ στὸ τρίτο ὅσοι κινούμενοι ὑπό «ἀνευλαβοῦς εὐλαβείας» σιωποῦν καὶ δὲν ὁμιλοῦν γιὰ τὴν διαστροφὴ τῶν δογμάτων τῆς Ἐκκλησίας. «Τρίτον δὲ ἐστιν εἶδος, οὐ πόρρῳ τῆς ἀνωτέρω πονηρᾶς ξυνωρίδος, τὸ παραιτεῖσθαί τι λέγειν τῶν δεδογμένων περὶ Θεοῦ»[2]. Μαζὺ μὲ τὴν ὑπόμνηση τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς πρὸς τοὺς συνεπισκόπους του, ὅτι ἡ καταδίκη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ «θὰ ἀποδείξη ὅτι παραμένομεν ἐπὶ τῶν ἐπάλξεων καὶ εἴμεθα συνεπεῖς στοὺς φρικτοὺς ὅρκους ποὺ ἐδώσαμε κατὰ τὴν χειροτονία μας» τὸ ἁγιογραφικὸ καὶ πατερικὸ παράθεμα πρέπει νὰ ἐνεργοποιήσουν τὴν ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία ὅσων ἐπισκόπων δὲν ἔχουν ἁλωθῆ ἀκόμη ἀπὸ τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
2. Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, ἀντὶ νὰ ἐνισχύη τὸν Οἰκουμενισμό, πρέπει νὰ συγκαλέση ἀμέσως Πανορθόδοξη Σύνοδο γιὰ τὴν καταδίκη του.
Ἡ δεύτερη καὶ σπουδαιότερη ἐνέργεια ἐπισκοπικῆς εὐθύνης τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς ἔχει σχέση μὲ ἐκτενέστατη ἐπιστολὴ-ὑπόμνημα, ποὺ ἀπέστειλε πρὸς τὸν Οἰκουμενικὸ πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο (17 Ἰουνίου 2013), στὴν ὁποία σχολιάζει ὀρθοδόξως καὶ ἀπορρίπτει ὅσα ἀντορθόδοξα καὶ ἀντιπαραδοσιακὰ εἶπε καὶ ἔπραξε ὁ πατριάρχης, κατὰ τὴν πρόσφατη ἐπίσκεψή του στὸ Μιλᾶνο τῆς Ἰταλίας, ἀλλὰ καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη, μὲ ἀφορμὴ τὸν ἑορτασμὸ τῶν 1700 ἐτῶν ἀπὸ τὴν ὑπογραφὴ τοῦ «Διατάγματος τῶν Μεδιολάνων», καθὼς καὶ κατὰ τὴν ἀκολουθήσασα ἐπίσκεψή του στὴν Τσεχία καὶ στὴν Σλοβακία. Τὸ δεύτερο αὐτὸ σπάνιο καὶ ἀξιομίμητο βῆμα, σὲ καιροὺς ἀφασίας καὶ ἐνδοκοσμικῶν βλέψεων τῶν ὡς θὰ ἔπρεπε ὁμολογητῶν καὶ οὐρανοφρόνων ἐπισκόπων, ἀποκτᾶ μεγάλη σημασία γιὰ πολλοὺς λόγους, ἐκ τῶν ὁποίων ἐπισημαίνομε δύο βασικούς. Τολμᾶ, ἐν πρώτοις, καὶ ἀποδίδει προσωπικὴ καὶ πρώτιστη εὐθύνη, κατονομάζοντας τὸν πρώτιστο σὲ οἰκουμενιστικὰ ἀνοίγματα οἰκουμενικὸ πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο, ὁ ὁποῖος δυστυχῶς σέρνει τὸν χορὸ τῆς οἰκουμενιστικῆς ἀποστασίας, συμπαρασύροντας στὴν πτώση τὸ σύνολο σχεδὸν τῶν Ὀρθοδόξων προκαθημένων καὶ πλῆθος ἐπισκόπων, λοιπῶν κληρικῶν, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν. Ἤδη στὸ μνημονευθὲν μεταπασχάλιο ἔγγραφό του πρὸς τὸν ἀρχιεπίσκοπο κ. Ἱερώνυμο καὶ τοὺς ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ζητεῖ τὴν σύγκληση τοπικῆς συνόδου γιὰ τὴν καταδίκη ὄχι μόνο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ γενικῶς, ἀλλὰ προσωπικῶς καὶ ὀνομαστικῶς «τῶν ἀκολουθούντων, διδασκόντων καὶ μεταλαμπαδευόντων τὴν παναίρεση αὐτή», πρῶτος καὶ μέγιστος μεταξὺ τῶν ὁποίων, διδάσκαλος καὶ μεταλαμπαδευτής, εἶναι ὁ Οἰκουμενικὸς πατριάρχης, ὅπως ἀποδεικνύει εὐθαρσῶς ὁ μητροπολίτης Πειραιῶς μὲ τὴν ἐκτενέστατη αὐτὴ ἐπιστολή του. Τερματίζεται ἔτσι, τουλάχιστον ὡς πρὸς τοὺς ἐπισκόπους, μία κακῶς ἐπικρατήσασα καὶ συνιστωμένη στάση· νὰ ἀποφεύγεται, δηλαδή, κατὰ τὸν ἔλεγχο πλανῶν καὶ αἱρέσεων ἡ ἀποκάλυψη ὀνομάτων καὶ νὰ γίνεται ἁπλῶς ἀναφορὰ στὴν αἵρεση καὶ στὴν πλάνη, ὡσὰν νὰ μὴ ὑπάρχουν πρόσωπα, ποὺ διατυπώνουν τὶς πλάνες καὶ τὶς αἱρέσεις, καὶ αὐτὲς νὰ προέρχονται ἀπὸ τὸ πουθενά, ἐκ τοῦ μηδενός. Αὐτὴ ἡ ἐπικρατήσασα κατὰ ὑπόδειξη τοῦ Διαβόλου πονηρὴ στάση, τὴν ὁποίαν προσφυῶς μερικοί ὠνόμασαν αἵρεση τοῦ Ὀνοματοκρυπτισμοῦ, δὲν ἔχει κανένα ἔρεισμα οὔτε στὴν Ἁγία Γραφὴ οὔτε στὴν Πατερικὴ Παράδοση, ὅπου ἀποκαλύπτονται τὰ ὀνόματα τῶν πλανεμένων καὶ αἱρετικῶν καὶ καταδικάζονται ὀνομαστικὰ μαζὶ μὲ τὶς αἱρέσεις καὶ τὶς πλάνες τους. Ἐναντίον τοῦ Ἀρείου, τοῦ Εὐνομίου, τοῦ Μακεδονίου, τοῦ Νεστορίου, τοῦ Εὐτυχοῦς, τοῦ Διασκόρου, τοῦ Σεβήρου, τοῦ Βαρλαὰμ καὶ πολῶν ἄλλων ἀγωνίσθηκαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες καὶ οἱ Ἅγιες Σύνοδοι καὶ ὄχι ἐναντίον τοῦ πουθενὰ καὶ τοῦ μηδενός. Ἂς ἀνοίξουν τὰ λειτουργικὰ βιβλία οἱ ὀνοματοκρύπτες, γιὰ νὰ διαπιστώσουν μὲ πόση αὐστηρότητα ἡ Ἅγιοι ὑμνογράφοι καταφέρονται ὀνομαστικῶς ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν καὶ μὲ πόσο σκληροὺς χαρακτηρισμούς. Ἂς ἀρχίσουν ἐπίσης νὰ ξαναδιαβάζουν τὰ προσωπικὰ ἀναθέματα ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, τὰ ὁποῖα ἀντικανονικῶς κατήργησαν. Ἡ ἀπόκρυψη τοῦ πλανωμένου καὶ αἱρετίζοντος συντελεῖ στὸ νὰ κυκλοφορεῖ ὡς «ἄκακον ἀρνίον» μεταξὺ τῶν πιστῶν καὶ ἀγαπητικῶς καὶ ὑποκριτικῶς νὰ κατασπαράσσει τὶς ψυχές τους. Ὁ Χριστιανισμὸς δὲν εἶναι οὔτε ἀποκρυφισμὸς οὔτε μυστικὴ ὀργάνωση, τύπου Μασονίας. Ὅλα εἶναι φανερά, εἶναι φῶς, καθαρὸ καὶ ἄπλετο, γιὰ νὰ βαδίζη κανεὶς χωρὶς προσκόμματα. «Περιπατεῖτε ἕως τὸ φῶς ἔχετε, ἵνα μὴ σκοτία ὑμᾶς καταλάβῃ· καὶ ὁ περιπατῶν ἐν τῇ σκοτίᾳ οὐκ οἶδε ποῦ ὑπάγει»[3] καὶ «ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὒκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ· ὁ δὲ ποιῶν τὴν ἀλήθειαν ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα φανερωθῇ αὐτοῦ τὰ ἔργα, ὅτι ἐν Θεῷ ἔστιν εἰργασμένα»[4]. Μὲ τὸν ὀνομαστικὸ ἔλεγχο τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου ὁ μητροπολίτης Πειραιῶς πλήττει τὴν αἵρεση τοῦ Ὀνοματοκρυπτισμοῦ καὶ τηρεῖ τὴν εὐαγγελική, ἀποστολικὴ καὶ πατερικὴ Ὀνοματοφάνεια. Ὁ δεύτερος λόγος τῆς σπουδαιότητος τῆς ἐκτενέστατης προσωπικῆς αὐτῆς ἐπιστολῆς τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς πρὸς τὸν Οἰκουμενικὸ πατριάρχη, ἔγκειται εἰς τὸ ὅτι μετὰ ἀπὸ πολλὲς δεκαετίες ἀγώνων ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τὴν παρεμπεσούσα σιωπὴ τῶν ἐπισκόπων, ἰδιαίτερα κατὰ τὴν περίοδο τῆς ἀρχιεπισκοπικῆς θητείας τοῦ ἀπὸ Δημητριάδος κυροῦ Χριστοδούλου, παίρνει στὰ χέρια του ἕνας θαρραλέος ἐπίσκοπος τὴν σκυτάλη τοῦ ἀντιοικουμενιστικοῦ ἀγῶνος ἀπὸ τοὺς ὀρθοδόξους σκυταλοδρόμους, τοὺς ἀειμνήστους ἀρχιεπισκόπους Χρυσόστομο Β´ καὶ Σεραφείμ, τοὺς ὀρθοδόξους ἐπισκόπους Φλωρίνης Αὐγουστῖνο, Ἐλευθερουπόλεως Ἀμβρόσιο καὶ Παραμυθίας Παῦλο, οἱ ὁποῖοι σχεδὸν μαζὶ μὲ τὸ σύνολο τῶν Ἁγιορειτῶν ἡγουμένων καὶ μοναχῶν, συμπεριλαμβανομένου καὶ τοῦ Ἁγίου Γέροντος Παϊσίου, διέκοψαν τὸ μνημόσυνο τοῦ ὀνόματος τοῦ Οἰκουμενιστοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρου. Ἐπὶ πολλὰ ἔτη προσευχόμασταν καὶ παρακαλούσαμε νὰ ἐμφανίση ὁ Θεὸς ἕνα γενναῖο ἐπίσκοπο γιὰ νὰ τεθῆ ἐπικεφαλῆς τῆς ὑγιοῦς τῶν Ὀρθοδόξων παρατάξεων, νὰ γίνει, ὅπως ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, στόμα Χριστοῦ[5], στῦλος Ὀρθοδοξίας, ὅπως οἱ μεγάλοι Πατέρες καὶ Διδάσκαλοι, πυρίνη ρομφαία, γιὰ νὰ κατακαύση τίς σύγχρονες φρυγανώδεις αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ, τοῦ Προτεσταντισμοῦ καὶ τὴν παναίρεση τοῦ διαχριστιανικοῦ καὶ διαθρησκειακοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Δὲν εἶναι βέβαια ὁ μόνος ἐκ τῶν ἐπισκόπων ποὺ ὀρθοτομεῖ τὸν λόγον τῆς ἀληθείας· ὑπάρχουν πολλοὶ ἄλλοι, γιὰ τοὺς ὁποίους πιστεύουμε ὅτι τηροῦντες τὸ ἐπισκοπικὸ των χρέος θὰ προστεθοῦν ὁσονούπω στοὺς πολυπληθεῖς διὰ τῶν αἰώνων ἀγωνιστὰς καὶ ὁμολογητὰς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, γιὰ νὰ εὐφράνουν τοὺς Ὀρθοδόξους καὶ νὰ καταισχύνουν τοὺς κακοδόξους, ὅπως ψάλλουμε στὸ ἀπολυτίκιο τῆς ἑορταζούσης κατὰ τὸν μῆνα αὐτὸν μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας, ἡ ὁποία διὰ θαύματος κατήσχυνε τοὺς αἱρετικοὺς Μονοφυσίτες, τοὺ ὁποίους οἱ παναιρετικοὶ Οἰκουμενισταί, βλασφημοῦντες τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἀκυρώνοντες ἀποφάσεις Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τὴν ὁμόφωνη γνώμη τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἀποφάσισαν νὰ τοὺς μεταμορφώσουν σὲ Ὀρθοδόξους, τοὺς ἐπισκόπους των σὲ κανονικοὺς ποιμένες, νὰ τοὺς ἀποκαλοῦν ἁγιώτατους ἀδελφοὺς καὶ νὰ τοὺς δωρίζουν μίτρες καὶ ποιμαντορικὲς ράβδους. Δὲν πρόκειται στὸ κείμενο αὐτὸ συμπαραστάσεως καὶ συμπαρατάξεως πρὸς τὸν σεβασμιώτατο ποιμενάρχη τοῦ Πειραιῶς νὰ προβοῦμε σὲ παρουσίαση τοῦ πλουσίου περιεχομένου του, διότι τὸ εὑρίσκει κανεὶς εὔκολα στὸν ἠλεκτρονικὸ τύπο, σύντομα δὲ καὶ στὸν ἔντυπο. Ἐπιθυμοῦμε μόνον νὰ ἐξάρουμε, πρᾶγμα ποὺ τὸ πράττει καὶ ὁ ἴδιος στὴν εἰσαγωγή, ὅτι ἡ εὐθύνη τῶν ἐπισκόπων, ὅταν προσβάλλονται θέματα πίστεως, δὲν περιορίζεται τοπικὰ στὴν ἐπαρχία τους, ἀλλὰ ἐπεκτείνεται ἁπανταχοῦ τῆς Ἐκκλησίας, χωρὶς αὐτὸ νὰ ἀποτελῆ ὑπερόρια ἐπέμβαση στὰ ἐσωτερικὰ ἄλλης ἐκκλησίας· διαφορετικὰ ὁ Ἀρειανισμὸς θὰ παρέμενε καὶ θὰ κατεδικάζετο στὴν Ἀλεξάνδρεια μόνο ἀπὸ τοὺς τοπικοὺς ἐπισκόπους, καὶ ὁ Νεστοριανισμὸς καὶ ὁ Μονοφυσιτισμὸς ἐπίσης στὴν Κωνσταντινούπολη μόνον. Δὲν θὰ ὑπῆρχε οὔτε ὁ θεσμὸς τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, οὔτε θὰ ὠνομάζοντο Οἰκουμενικοὶ διδάσκαλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες, τῶν ὁποίων τὸ κῦρος καὶ ἡ διδασκαλία ξεπέρασαν τὰ ὅρια τῆς τοπικῆς ἐπισκοπικῆς τους διακονίας. Εἶναι γι᾽ αὐτὸ ἄξιος ἐπαίνου ὁ μητροπολίτης Πειραιῶς, διότι βλέποντας ὅτι ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἔχει ἐξαπλωθῆ καὶ λυμαίνεται τὴν ἁπανταχοῦ Ἐκκλησία, ἀφοῦ μὲ τὸ πρῶτο του ἔγγραφο ἐζήτησε νὰ καταδικασθῆ ἀπὸ τὴν τοπικὴ σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ζητεῖ τώρα ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ πατριάρχη, ὡς συντονιστὴ τῶν ἐνεργειῶν, ὡς τῇ τιμῇ πρῶτον, στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, νὰ συγκαλέση γενικὴ πανορθόδοξη σύνοδο, γιὰ νὰ ἀσχοληθῆ μὲ τὸ θέμα τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Πρέπει μάλιστα συναφῶς νὰ παρατηρήσουμε ὅτι εἶναι τὸ μόνο ἐπίκαιρο καὶ φλέγον θέμα ποὺ διαιρεῖ καὶ σκανδαλίζει σὲ οἰκουμενικὸ ἐπίπεδο τὴν Ἐκκλησία. Τὸ μόνο ποὺ θὰ δικαιολογοῦσε τὴν ἄμεση σύγκληση τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου καὶ θὰ σταματοῦσε τὴν φενάκη τῆς πολυετοῦς προετοιμασίας της μὲ δευτερεύοντα καὶ ἀνεπίκαιρα θέματα, ὅπως φαίνεται καὶ ἀπὸ τὶς διαρκεῖς ἀναθεωρήσεις τοῦ καταλόγου τῶν θεμάτων της. Χαρήκαμε ἰδιαιτέρως, διότι ἡ ἐκτενὴς ἐπιστολή-ὑπόμνημα τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς ἀρχίζει καὶ τελειώνει μὲ κείμενα δύο συγχρόνων ἁγίων Γερόντων τῆς Ἐκκλησίας, τῶν ἀειμνήστων Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου καὶ τοῦ Γέροντος Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου. Εἶναι πολὺ χαριτωμένα, ὅπως πάντα, ὅσα γράφει ὁ Γέροντας Παΐσιος σὲ ἐπιστολή του στὸν μεγάλο ἐπίσης ἀγωνιστὴ καὶ ὁμολογητὴ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καὶ ἱδρυτὴ τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου» Γέροντα Χαράλαμπο Βασιλόπουλο τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1969: «Ἐπειδὴ βλέπω τὸν μεγάλο σάλο εἰς τὴν Ἐκκλησίαν μας, ἐξ αἰτίας τῶν διαφόρων φιλενωτικῶν κινήσεων καὶ τῶν ἐπαφῶν τοῦ Πατριάρχου (Ἀθηναγόρα) μετὰ τοῦ Πάπα, ἐπόνεσα κι᾽ ἐγὼ σὰν τέκνον της καὶ ἐθεώρησα καλόν, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς προσευχές μου, νὰ στείλω κι ἕνα μικρὸ κομματάκι κλωστή (ποὺ ἔχω σὰν φτωχὸς μοναχός), διὰ νὰ χρησιμοποιηθῆ κι αὐτό, ἔστω γιὰ μιὰ βελονιά, διὰ τὸ πολυκομματιασμένο φόρεμα τῆς Μητέρας μας». Ζητοῦμε ὅλοι τὶς προσευχὲς τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων, γιὰ νὰ παύσει ὁ σάλος μέσα στὴν Ἐκκλησία· ζητοῦμε ὅμως παράλληλα, κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ Ὁσίου Γέροντος, καὶ τὴν ἀγωνιστικὴ βελονιά τους, τὴν μαρτυρία καὶ διαμαρτυρία τους γιὰ τὴν ἐξάπλωση τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τώρα μάλιστα ποὺ ὅσα λέγει καὶ πράττει ὁ Οἰκουμενικὸς πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἔχουν ξεπεράσει κατὰ πολὺ τὰ οἰκουμενιστικὰ βήματα τοῦ προκατόχου καὶ προτύπου του πατριάρχου Ἀθηναγόρα. Εἶναι συγκλονιστικὸ τὸ κείμενο τοῦ Γέροντος Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, ποὺ τὸ ἀπηύθυνε ὡς ἐπιστολὴ πρὸς τὸν πατριάρχη Ἀθηναγόρα. Δὲν ὑπῆρχε καταλύτερη κατακλείδα γιὰ τὸ τέλος τῆς ἐπιστολῆς τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς. Εἰς αὐτὸ ἐπισημαίνεται ὅτι ἡ Ἐκκλησία δὲν πρόκειται νὰ ἐξαφανισθῆ, ἀκόμη καὶ ἂν μετακινηθῆ ἢ ἐὰν ἀποθάνη καὶ σβήση τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ὅπως ἔσβησαν καὶ πέθαναν οἱ ἑπτὰ ἐκκλησίες τῆς Ἀποκαλύψεως, μολονότι «οὐδεὶς Ὀρθόδοξος εὔχεται τὴν μετακίνησιν ἢ τὸν θάνατον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου. Μὴ γένοιτο! Ἀλλὰ οὐδεὶς θὰ θυσιάση χάριν αὐτοῦ ἰῶτα ἓν ἢ μίαν κεραίαν ἐκ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Ἀγωνίσασθε ὑπὲρ αὐτοῦ πάση δυνάμει. Ὄχι ἁπλῶς ἔχετε δικαίωμα, ἀλλ᾽ ὀφείλετε νὰ στηρίξετε αὐτόν, τὸ καθ᾽ Ὑμᾶς. Θυσιάσατε χάριν αὐτοῦ ὅ,τιδήποτε: χρήματα, κτήματα, τιμὰς δόξας, πολύτιμα κειμήλια, Διακόνους, Πρεσβυτέρους Ἐπισκόπους, ἀκόμη καὶ τὸν Πατριάρχην Ἀθηναγόραν! Ἓν μόνον κρατήσατε, ἓν φυλάξατε, ἑνὸς φείσασθε, ἓν μὴ θυσιάσητε: τὴν Ὀρθόδοξον Πίστιν: Ὁ Οἰκουμενικὸς Θρόνος ἔχει ἀξίαν καὶ χρησιμότητα μόνον καὶ μόνον, ὅταν ἐκπέμπη ἁπανταχοῦ τῆς γῆς τὸ γλυκὺ καὶ ἀνέσπερον τῆς Ὀρθοδοξίας Φῶς. Οἱ Φάροι εἶναι χρήσιμοι, ἐὰν καὶ ἐφ᾽ ὅσον φωτίζωσι τοὺς ναυτιλλομένους, ἵνα ἀποφεύγωσι τοὺς σκοπέλους. Ὅταν τὸ φῶς αὐτῶν σβεσθῆ, τότε δὲν εἶναι μόνον ἄχρηστοι, ἀλλὰ καὶ ἐπιβλαβεῖς, διότι μεταβάλλονται καὶ αὐτοὶ εἰς σκοπέλους». Τὸ γλυκὺ καὶ ἀνέσπερο Φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας ἐκπέμπει τώρα ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Πειραιῶς διὰ τῆς γλώσσης καὶ τῆς γραφίδος τοῦ ποιμενάρχου της καὶ οἰκουμενικοῦ διδασκάλου, ταπεινοῦ καὶ ὁμολογητοῦ ἐπισκόπου κ. Σεραφείμ.
«Κύριε φύλαττε αὐτὸν εἰς πολλὰ ἔτη».
11 Ἰουλίου 2013 Μνήμη τῆς Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας
Γιά τή Σύναξη Κληρικῶν καί Μοναχῶν
Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου Προηγούμενος Ἱ. Μ. Μεγ. Μετεώρου
Ἀρχιμ. Σαράντης Σαράντος Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου, Ἀμαρούσιον Ἀττικῆς
Ἀρχιμ. Γρηγόριος Χατζηνικολάου Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Ἁγίας Τριάδος, Ἄνω Γατζέας Βόλου
Γέρων Εὐστράτιος Ἱερομόναχος Ἱ. Μ. Μεγίστης Λαύρας Ἁγ. Ὄρους
Πρωτοπρ. Γεώργιος Μεταλληνός Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
[1] Πράξ. 20, 28-30. [2] Πρὸς τὸν εὐλαβέστατον ἐν μοναχοῖς κύρ Διονύσιον 1-5, Π. Χρήστου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ Συγγράμματα, Θεσσαλονίκη 1966, τόμ. 2, σελ. 482. [3] Ἰω. 12, 35. [4] Ἰω. 3, 20-21. [5] Ἐπίγραμμα τοῦ 11ου αἰῶνος γράφει: «Στόμα Χριστοῦ πέφυκε τὸ τοῦ Παύλου στόμα, στόμα δὲ Παύλου τὸ Χρυσοστόμου στόμα».
ΠΗΓΗ
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ
Δύο κορυφαίας σημασίας ἐνέργειες τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς
1. Ἡ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πρέπει νὰ καταδικάση τὸν Οἰκουμενισμό.
Πνευματικὴ εὐφροσύνη καὶ ἀνεκλάλητη ἐν Κυρίῳ χαρὰ κατέλαβε τὶς καρδιὲς τῶν Ὀρθοδόξων, ἐξ αἰτίας δύο σημαντικῶν πρωτοβουλιῶν τοῦ ὁμολογητοῦ ἀρχιερέως τῶν καιρῶν μας, σεβασμιωτάτου μητροπολίτου Πειραιῶς κ. Σεραφείμ. Ἡ πρώτη ἐνέργεια συνίσταται εἰς τὸ ὅτι ἀμέσως μετὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, περὶ τὰ μέσα τῆς Διακαινησίμου ἑβδομάδος, συνέταξε καὶ ἀπέστειλε πρὸς τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ πρὸς τοὺς σεβασμιωτάτους ἀρχιερεῖς, μέλη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, ἐπιστολή, μὲ τὴν ὁποία ζητοῦσε, λόγῳ τοῦ ὅτι «ὄντως τώρα κινδυνεύει σοβαρὰ ἡ Ὀρθοδοξία», νὰ συγκληθῆ ὅσο τὸ δυνατὸν συντομώτερα «ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιὰ νὰ ἐξετάση καὶ ἐρευνήση τὰ ἀνωτέρω καυτὰ καὶ φλέγοντα θέματα, πάντοτε ὑπὸ τὸ φῶς τῆς Ἁγιογραφικῆς, Ἁγιοπατερικῆς καὶ Ἱεροκανονικῆς διδασκαλίας καὶ παραδόσεως τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, νὰ λάβη καταδικαστικὴ ἀπόφαση ἐναντίον τόσο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ὅσο καὶ τῶν ἀκολουθούντων, διδασκόντων καὶ μεταλαμπαδευόντων τὴν παναίρεση αὐτή, γιὰ νὰ παύσουν τὰ σκάνδαλα καὶ ἡ σύγχυση κλήρου καὶ λαοῦ. Μετὰ τὴν κυκλοφόρηση τῆς θαρραλέας καὶ ἱστορικῆς «Ὁμολογίας πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ ὁποία ἀναστάτωσε καὶ ἐθορύβησε τοὺς Οἰκουμενιστὰς τόσο, ὥστε νὰ ζητοῦν τὴν δίωξη ὅσων τὴν ὑπέγραψαν, ἡ πρωτοβουλία αὐτὴ ἀποτελεῖ σημαντικώτατο βῆμα, διότι μεταφέρει ἐπισήμως καὶ ἐπὶ ὑψηλοῦ ἐκκλησιολογικοῦ ἐπιπέδου, μὲ αἴτημα δηλονότι ἐπιφανοῦς ἐπισκόπου, τὸν ἀγῶνα ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἰς ἐπίπεδο συνόδου. Δὲν γνωρίζουμε τὴν στάση καὶ ἀντίδραση τοῦ ἀρχιεπισκόπου καὶ τῶν λοιπῶν ἀρχιερέων ἔναντι τοῦ ἱστορικοῦ αὐτοῦ ἐγγράφου. Μέχρι στιγμῆς, μετὰ παρέλευση δύο μηνῶν, ἐπικρατεῖ ἄκρα σιωπή, ἐνδεικτικὴ τῶν προθέσεων τῆς ἐν Ἑλλάδι ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας. Θὰ ἀσχοληθῆ δυστυχῶς ἡ Ἱεραρχία, κατὰ τὴν τακτικὴ της συνεδρία τοῦ Ὀκτωβρίου, μὲ δευτερεύοντα θέματα, σὲ ἐπίπεδο ποιμαντικῶν σεμιναρίων καὶ αὐτονοήτων γιὰ τοὺς ἐπισκόπους ἐκτιμήσεων καὶ διαπιστώσεων, καὶ θὰ παρακάμψῃ τὸ κολοσσιαῖο, τὸ ἐκρηκτικό, τὸ διαιρετικὸ τοῦ ποιμνίου, τὸ διαβρωτικὸ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ζωῆς θέμα τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, διαχριστιανικοῦ καὶ διαθρησκειακοῦ, ὁ ὁποῖος, κατὰ τὴν ἐκτίμηση συγχρόνων Ἁγίων Πατέρων, Γερόντων καὶ ἐπιφανῶν πατερικῶν θεολόγων, ἀποτελεῖ τὴ χειρότερη ἐκκλησιολογικὴ αἵρεση ὅλων τῶν αἰώνων. Τὸ ἔγγραφο τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς ὑπενθυμίζει καὶ καθιστᾶ ἀπολύτως ἐπίκαιρα ὅσα εἶπε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους - ἐπισκόπους τῆς περιοχῆς τῆς Ἐφέσου κατὰ τὴν τελευταία ἱεραποστολική του περιοδεία, τὴν προτροπή του, δηλαδή, νὰ προστατεύουν τὸ ποίμνιο ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς λύκους τῶν ἐμφανῶν αἱρέσεων, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς ἀφανεῖς πλανεμένους καὶ αἱρετίζοντας συνεπισκόπους των: «Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος. Ἐγὼ γὰρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου· καὶ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν»[1]. Ὑπενθυμίζει ἀκόμη πρός ὅσους σιωποῦν, τὴν βαρύτατη ἐκτίμηση τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ ὅτι ὑπάρχουν τρία εἴδη ἀθεΐας· στὸ πρῶτο ἀνήκουν οἱ κατ᾽ ἐξοχὴν ἄθεοι, ὅσοι, δηλαδή, δὲν πιστεύουν στὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, στὸ δεύτερο ἀνήκουν οἱ αἱρετικοὶ ποὺ διαστρέφουν τὰ τοῦ Θεοῦ καὶ στὸ τρίτο ὅσοι κινούμενοι ὑπό «ἀνευλαβοῦς εὐλαβείας» σιωποῦν καὶ δὲν ὁμιλοῦν γιὰ τὴν διαστροφὴ τῶν δογμάτων τῆς Ἐκκλησίας. «Τρίτον δὲ ἐστιν εἶδος, οὐ πόρρῳ τῆς ἀνωτέρω πονηρᾶς ξυνωρίδος, τὸ παραιτεῖσθαί τι λέγειν τῶν δεδογμένων περὶ Θεοῦ»[2]. Μαζὺ μὲ τὴν ὑπόμνηση τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς πρὸς τοὺς συνεπισκόπους του, ὅτι ἡ καταδίκη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ «θὰ ἀποδείξη ὅτι παραμένομεν ἐπὶ τῶν ἐπάλξεων καὶ εἴμεθα συνεπεῖς στοὺς φρικτοὺς ὅρκους ποὺ ἐδώσαμε κατὰ τὴν χειροτονία μας» τὸ ἁγιογραφικὸ καὶ πατερικὸ παράθεμα πρέπει νὰ ἐνεργοποιήσουν τὴν ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία ὅσων ἐπισκόπων δὲν ἔχουν ἁλωθῆ ἀκόμη ἀπὸ τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
2. Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, ἀντὶ νὰ ἐνισχύη τὸν Οἰκουμενισμό, πρέπει νὰ συγκαλέση ἀμέσως Πανορθόδοξη Σύνοδο γιὰ τὴν καταδίκη του.
Ἡ δεύτερη καὶ σπουδαιότερη ἐνέργεια ἐπισκοπικῆς εὐθύνης τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς ἔχει σχέση μὲ ἐκτενέστατη ἐπιστολὴ-ὑπόμνημα, ποὺ ἀπέστειλε πρὸς τὸν Οἰκουμενικὸ πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο (17 Ἰουνίου 2013), στὴν ὁποία σχολιάζει ὀρθοδόξως καὶ ἀπορρίπτει ὅσα ἀντορθόδοξα καὶ ἀντιπαραδοσιακὰ εἶπε καὶ ἔπραξε ὁ πατριάρχης, κατὰ τὴν πρόσφατη ἐπίσκεψή του στὸ Μιλᾶνο τῆς Ἰταλίας, ἀλλὰ καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη, μὲ ἀφορμὴ τὸν ἑορτασμὸ τῶν 1700 ἐτῶν ἀπὸ τὴν ὑπογραφὴ τοῦ «Διατάγματος τῶν Μεδιολάνων», καθὼς καὶ κατὰ τὴν ἀκολουθήσασα ἐπίσκεψή του στὴν Τσεχία καὶ στὴν Σλοβακία. Τὸ δεύτερο αὐτὸ σπάνιο καὶ ἀξιομίμητο βῆμα, σὲ καιροὺς ἀφασίας καὶ ἐνδοκοσμικῶν βλέψεων τῶν ὡς θὰ ἔπρεπε ὁμολογητῶν καὶ οὐρανοφρόνων ἐπισκόπων, ἀποκτᾶ μεγάλη σημασία γιὰ πολλοὺς λόγους, ἐκ τῶν ὁποίων ἐπισημαίνομε δύο βασικούς. Τολμᾶ, ἐν πρώτοις, καὶ ἀποδίδει προσωπικὴ καὶ πρώτιστη εὐθύνη, κατονομάζοντας τὸν πρώτιστο σὲ οἰκουμενιστικὰ ἀνοίγματα οἰκουμενικὸ πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο, ὁ ὁποῖος δυστυχῶς σέρνει τὸν χορὸ τῆς οἰκουμενιστικῆς ἀποστασίας, συμπαρασύροντας στὴν πτώση τὸ σύνολο σχεδὸν τῶν Ὀρθοδόξων προκαθημένων καὶ πλῆθος ἐπισκόπων, λοιπῶν κληρικῶν, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν. Ἤδη στὸ μνημονευθὲν μεταπασχάλιο ἔγγραφό του πρὸς τὸν ἀρχιεπίσκοπο κ. Ἱερώνυμο καὶ τοὺς ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ζητεῖ τὴν σύγκληση τοπικῆς συνόδου γιὰ τὴν καταδίκη ὄχι μόνο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ γενικῶς, ἀλλὰ προσωπικῶς καὶ ὀνομαστικῶς «τῶν ἀκολουθούντων, διδασκόντων καὶ μεταλαμπαδευόντων τὴν παναίρεση αὐτή», πρῶτος καὶ μέγιστος μεταξὺ τῶν ὁποίων, διδάσκαλος καὶ μεταλαμπαδευτής, εἶναι ὁ Οἰκουμενικὸς πατριάρχης, ὅπως ἀποδεικνύει εὐθαρσῶς ὁ μητροπολίτης Πειραιῶς μὲ τὴν ἐκτενέστατη αὐτὴ ἐπιστολή του. Τερματίζεται ἔτσι, τουλάχιστον ὡς πρὸς τοὺς ἐπισκόπους, μία κακῶς ἐπικρατήσασα καὶ συνιστωμένη στάση· νὰ ἀποφεύγεται, δηλαδή, κατὰ τὸν ἔλεγχο πλανῶν καὶ αἱρέσεων ἡ ἀποκάλυψη ὀνομάτων καὶ νὰ γίνεται ἁπλῶς ἀναφορὰ στὴν αἵρεση καὶ στὴν πλάνη, ὡσὰν νὰ μὴ ὑπάρχουν πρόσωπα, ποὺ διατυπώνουν τὶς πλάνες καὶ τὶς αἱρέσεις, καὶ αὐτὲς νὰ προέρχονται ἀπὸ τὸ πουθενά, ἐκ τοῦ μηδενός. Αὐτὴ ἡ ἐπικρατήσασα κατὰ ὑπόδειξη τοῦ Διαβόλου πονηρὴ στάση, τὴν ὁποίαν προσφυῶς μερικοί ὠνόμασαν αἵρεση τοῦ Ὀνοματοκρυπτισμοῦ, δὲν ἔχει κανένα ἔρεισμα οὔτε στὴν Ἁγία Γραφὴ οὔτε στὴν Πατερικὴ Παράδοση, ὅπου ἀποκαλύπτονται τὰ ὀνόματα τῶν πλανεμένων καὶ αἱρετικῶν καὶ καταδικάζονται ὀνομαστικὰ μαζὶ μὲ τὶς αἱρέσεις καὶ τὶς πλάνες τους. Ἐναντίον τοῦ Ἀρείου, τοῦ Εὐνομίου, τοῦ Μακεδονίου, τοῦ Νεστορίου, τοῦ Εὐτυχοῦς, τοῦ Διασκόρου, τοῦ Σεβήρου, τοῦ Βαρλαὰμ καὶ πολῶν ἄλλων ἀγωνίσθηκαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες καὶ οἱ Ἅγιες Σύνοδοι καὶ ὄχι ἐναντίον τοῦ πουθενὰ καὶ τοῦ μηδενός. Ἂς ἀνοίξουν τὰ λειτουργικὰ βιβλία οἱ ὀνοματοκρύπτες, γιὰ νὰ διαπιστώσουν μὲ πόση αὐστηρότητα ἡ Ἅγιοι ὑμνογράφοι καταφέρονται ὀνομαστικῶς ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν καὶ μὲ πόσο σκληροὺς χαρακτηρισμούς. Ἂς ἀρχίσουν ἐπίσης νὰ ξαναδιαβάζουν τὰ προσωπικὰ ἀναθέματα ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, τὰ ὁποῖα ἀντικανονικῶς κατήργησαν. Ἡ ἀπόκρυψη τοῦ πλανωμένου καὶ αἱρετίζοντος συντελεῖ στὸ νὰ κυκλοφορεῖ ὡς «ἄκακον ἀρνίον» μεταξὺ τῶν πιστῶν καὶ ἀγαπητικῶς καὶ ὑποκριτικῶς νὰ κατασπαράσσει τὶς ψυχές τους. Ὁ Χριστιανισμὸς δὲν εἶναι οὔτε ἀποκρυφισμὸς οὔτε μυστικὴ ὀργάνωση, τύπου Μασονίας. Ὅλα εἶναι φανερά, εἶναι φῶς, καθαρὸ καὶ ἄπλετο, γιὰ νὰ βαδίζη κανεὶς χωρὶς προσκόμματα. «Περιπατεῖτε ἕως τὸ φῶς ἔχετε, ἵνα μὴ σκοτία ὑμᾶς καταλάβῃ· καὶ ὁ περιπατῶν ἐν τῇ σκοτίᾳ οὐκ οἶδε ποῦ ὑπάγει»[3] καὶ «ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὒκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ· ὁ δὲ ποιῶν τὴν ἀλήθειαν ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα φανερωθῇ αὐτοῦ τὰ ἔργα, ὅτι ἐν Θεῷ ἔστιν εἰργασμένα»[4]. Μὲ τὸν ὀνομαστικὸ ἔλεγχο τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου ὁ μητροπολίτης Πειραιῶς πλήττει τὴν αἵρεση τοῦ Ὀνοματοκρυπτισμοῦ καὶ τηρεῖ τὴν εὐαγγελική, ἀποστολικὴ καὶ πατερικὴ Ὀνοματοφάνεια. Ὁ δεύτερος λόγος τῆς σπουδαιότητος τῆς ἐκτενέστατης προσωπικῆς αὐτῆς ἐπιστολῆς τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς πρὸς τὸν Οἰκουμενικὸ πατριάρχη, ἔγκειται εἰς τὸ ὅτι μετὰ ἀπὸ πολλὲς δεκαετίες ἀγώνων ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τὴν παρεμπεσούσα σιωπὴ τῶν ἐπισκόπων, ἰδιαίτερα κατὰ τὴν περίοδο τῆς ἀρχιεπισκοπικῆς θητείας τοῦ ἀπὸ Δημητριάδος κυροῦ Χριστοδούλου, παίρνει στὰ χέρια του ἕνας θαρραλέος ἐπίσκοπος τὴν σκυτάλη τοῦ ἀντιοικουμενιστικοῦ ἀγῶνος ἀπὸ τοὺς ὀρθοδόξους σκυταλοδρόμους, τοὺς ἀειμνήστους ἀρχιεπισκόπους Χρυσόστομο Β´ καὶ Σεραφείμ, τοὺς ὀρθοδόξους ἐπισκόπους Φλωρίνης Αὐγουστῖνο, Ἐλευθερουπόλεως Ἀμβρόσιο καὶ Παραμυθίας Παῦλο, οἱ ὁποῖοι σχεδὸν μαζὶ μὲ τὸ σύνολο τῶν Ἁγιορειτῶν ἡγουμένων καὶ μοναχῶν, συμπεριλαμβανομένου καὶ τοῦ Ἁγίου Γέροντος Παϊσίου, διέκοψαν τὸ μνημόσυνο τοῦ ὀνόματος τοῦ Οἰκουμενιστοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρου. Ἐπὶ πολλὰ ἔτη προσευχόμασταν καὶ παρακαλούσαμε νὰ ἐμφανίση ὁ Θεὸς ἕνα γενναῖο ἐπίσκοπο γιὰ νὰ τεθῆ ἐπικεφαλῆς τῆς ὑγιοῦς τῶν Ὀρθοδόξων παρατάξεων, νὰ γίνει, ὅπως ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, στόμα Χριστοῦ[5], στῦλος Ὀρθοδοξίας, ὅπως οἱ μεγάλοι Πατέρες καὶ Διδάσκαλοι, πυρίνη ρομφαία, γιὰ νὰ κατακαύση τίς σύγχρονες φρυγανώδεις αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ, τοῦ Προτεσταντισμοῦ καὶ τὴν παναίρεση τοῦ διαχριστιανικοῦ καὶ διαθρησκειακοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Δὲν εἶναι βέβαια ὁ μόνος ἐκ τῶν ἐπισκόπων ποὺ ὀρθοτομεῖ τὸν λόγον τῆς ἀληθείας· ὑπάρχουν πολλοὶ ἄλλοι, γιὰ τοὺς ὁποίους πιστεύουμε ὅτι τηροῦντες τὸ ἐπισκοπικὸ των χρέος θὰ προστεθοῦν ὁσονούπω στοὺς πολυπληθεῖς διὰ τῶν αἰώνων ἀγωνιστὰς καὶ ὁμολογητὰς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, γιὰ νὰ εὐφράνουν τοὺς Ὀρθοδόξους καὶ νὰ καταισχύνουν τοὺς κακοδόξους, ὅπως ψάλλουμε στὸ ἀπολυτίκιο τῆς ἑορταζούσης κατὰ τὸν μῆνα αὐτὸν μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας, ἡ ὁποία διὰ θαύματος κατήσχυνε τοὺς αἱρετικοὺς Μονοφυσίτες, τοὺ ὁποίους οἱ παναιρετικοὶ Οἰκουμενισταί, βλασφημοῦντες τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἀκυρώνοντες ἀποφάσεις Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τὴν ὁμόφωνη γνώμη τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἀποφάσισαν νὰ τοὺς μεταμορφώσουν σὲ Ὀρθοδόξους, τοὺς ἐπισκόπους των σὲ κανονικοὺς ποιμένες, νὰ τοὺς ἀποκαλοῦν ἁγιώτατους ἀδελφοὺς καὶ νὰ τοὺς δωρίζουν μίτρες καὶ ποιμαντορικὲς ράβδους. Δὲν πρόκειται στὸ κείμενο αὐτὸ συμπαραστάσεως καὶ συμπαρατάξεως πρὸς τὸν σεβασμιώτατο ποιμενάρχη τοῦ Πειραιῶς νὰ προβοῦμε σὲ παρουσίαση τοῦ πλουσίου περιεχομένου του, διότι τὸ εὑρίσκει κανεὶς εὔκολα στὸν ἠλεκτρονικὸ τύπο, σύντομα δὲ καὶ στὸν ἔντυπο. Ἐπιθυμοῦμε μόνον νὰ ἐξάρουμε, πρᾶγμα ποὺ τὸ πράττει καὶ ὁ ἴδιος στὴν εἰσαγωγή, ὅτι ἡ εὐθύνη τῶν ἐπισκόπων, ὅταν προσβάλλονται θέματα πίστεως, δὲν περιορίζεται τοπικὰ στὴν ἐπαρχία τους, ἀλλὰ ἐπεκτείνεται ἁπανταχοῦ τῆς Ἐκκλησίας, χωρὶς αὐτὸ νὰ ἀποτελῆ ὑπερόρια ἐπέμβαση στὰ ἐσωτερικὰ ἄλλης ἐκκλησίας· διαφορετικὰ ὁ Ἀρειανισμὸς θὰ παρέμενε καὶ θὰ κατεδικάζετο στὴν Ἀλεξάνδρεια μόνο ἀπὸ τοὺς τοπικοὺς ἐπισκόπους, καὶ ὁ Νεστοριανισμὸς καὶ ὁ Μονοφυσιτισμὸς ἐπίσης στὴν Κωνσταντινούπολη μόνον. Δὲν θὰ ὑπῆρχε οὔτε ὁ θεσμὸς τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, οὔτε θὰ ὠνομάζοντο Οἰκουμενικοὶ διδάσκαλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες, τῶν ὁποίων τὸ κῦρος καὶ ἡ διδασκαλία ξεπέρασαν τὰ ὅρια τῆς τοπικῆς ἐπισκοπικῆς τους διακονίας. Εἶναι γι᾽ αὐτὸ ἄξιος ἐπαίνου ὁ μητροπολίτης Πειραιῶς, διότι βλέποντας ὅτι ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἔχει ἐξαπλωθῆ καὶ λυμαίνεται τὴν ἁπανταχοῦ Ἐκκλησία, ἀφοῦ μὲ τὸ πρῶτο του ἔγγραφο ἐζήτησε νὰ καταδικασθῆ ἀπὸ τὴν τοπικὴ σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ζητεῖ τώρα ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ πατριάρχη, ὡς συντονιστὴ τῶν ἐνεργειῶν, ὡς τῇ τιμῇ πρῶτον, στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, νὰ συγκαλέση γενικὴ πανορθόδοξη σύνοδο, γιὰ νὰ ἀσχοληθῆ μὲ τὸ θέμα τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Πρέπει μάλιστα συναφῶς νὰ παρατηρήσουμε ὅτι εἶναι τὸ μόνο ἐπίκαιρο καὶ φλέγον θέμα ποὺ διαιρεῖ καὶ σκανδαλίζει σὲ οἰκουμενικὸ ἐπίπεδο τὴν Ἐκκλησία. Τὸ μόνο ποὺ θὰ δικαιολογοῦσε τὴν ἄμεση σύγκληση τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου καὶ θὰ σταματοῦσε τὴν φενάκη τῆς πολυετοῦς προετοιμασίας της μὲ δευτερεύοντα καὶ ἀνεπίκαιρα θέματα, ὅπως φαίνεται καὶ ἀπὸ τὶς διαρκεῖς ἀναθεωρήσεις τοῦ καταλόγου τῶν θεμάτων της. Χαρήκαμε ἰδιαιτέρως, διότι ἡ ἐκτενὴς ἐπιστολή-ὑπόμνημα τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς ἀρχίζει καὶ τελειώνει μὲ κείμενα δύο συγχρόνων ἁγίων Γερόντων τῆς Ἐκκλησίας, τῶν ἀειμνήστων Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου καὶ τοῦ Γέροντος Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου. Εἶναι πολὺ χαριτωμένα, ὅπως πάντα, ὅσα γράφει ὁ Γέροντας Παΐσιος σὲ ἐπιστολή του στὸν μεγάλο ἐπίσης ἀγωνιστὴ καὶ ὁμολογητὴ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καὶ ἱδρυτὴ τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου» Γέροντα Χαράλαμπο Βασιλόπουλο τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1969: «Ἐπειδὴ βλέπω τὸν μεγάλο σάλο εἰς τὴν Ἐκκλησίαν μας, ἐξ αἰτίας τῶν διαφόρων φιλενωτικῶν κινήσεων καὶ τῶν ἐπαφῶν τοῦ Πατριάρχου (Ἀθηναγόρα) μετὰ τοῦ Πάπα, ἐπόνεσα κι᾽ ἐγὼ σὰν τέκνον της καὶ ἐθεώρησα καλόν, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς προσευχές μου, νὰ στείλω κι ἕνα μικρὸ κομματάκι κλωστή (ποὺ ἔχω σὰν φτωχὸς μοναχός), διὰ νὰ χρησιμοποιηθῆ κι αὐτό, ἔστω γιὰ μιὰ βελονιά, διὰ τὸ πολυκομματιασμένο φόρεμα τῆς Μητέρας μας». Ζητοῦμε ὅλοι τὶς προσευχὲς τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων, γιὰ νὰ παύσει ὁ σάλος μέσα στὴν Ἐκκλησία· ζητοῦμε ὅμως παράλληλα, κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ Ὁσίου Γέροντος, καὶ τὴν ἀγωνιστικὴ βελονιά τους, τὴν μαρτυρία καὶ διαμαρτυρία τους γιὰ τὴν ἐξάπλωση τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τώρα μάλιστα ποὺ ὅσα λέγει καὶ πράττει ὁ Οἰκουμενικὸς πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἔχουν ξεπεράσει κατὰ πολὺ τὰ οἰκουμενιστικὰ βήματα τοῦ προκατόχου καὶ προτύπου του πατριάρχου Ἀθηναγόρα. Εἶναι συγκλονιστικὸ τὸ κείμενο τοῦ Γέροντος Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, ποὺ τὸ ἀπηύθυνε ὡς ἐπιστολὴ πρὸς τὸν πατριάρχη Ἀθηναγόρα. Δὲν ὑπῆρχε καταλύτερη κατακλείδα γιὰ τὸ τέλος τῆς ἐπιστολῆς τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς. Εἰς αὐτὸ ἐπισημαίνεται ὅτι ἡ Ἐκκλησία δὲν πρόκειται νὰ ἐξαφανισθῆ, ἀκόμη καὶ ἂν μετακινηθῆ ἢ ἐὰν ἀποθάνη καὶ σβήση τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ὅπως ἔσβησαν καὶ πέθαναν οἱ ἑπτὰ ἐκκλησίες τῆς Ἀποκαλύψεως, μολονότι «οὐδεὶς Ὀρθόδοξος εὔχεται τὴν μετακίνησιν ἢ τὸν θάνατον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου. Μὴ γένοιτο! Ἀλλὰ οὐδεὶς θὰ θυσιάση χάριν αὐτοῦ ἰῶτα ἓν ἢ μίαν κεραίαν ἐκ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Ἀγωνίσασθε ὑπὲρ αὐτοῦ πάση δυνάμει. Ὄχι ἁπλῶς ἔχετε δικαίωμα, ἀλλ᾽ ὀφείλετε νὰ στηρίξετε αὐτόν, τὸ καθ᾽ Ὑμᾶς. Θυσιάσατε χάριν αὐτοῦ ὅ,τιδήποτε: χρήματα, κτήματα, τιμὰς δόξας, πολύτιμα κειμήλια, Διακόνους, Πρεσβυτέρους Ἐπισκόπους, ἀκόμη καὶ τὸν Πατριάρχην Ἀθηναγόραν! Ἓν μόνον κρατήσατε, ἓν φυλάξατε, ἑνὸς φείσασθε, ἓν μὴ θυσιάσητε: τὴν Ὀρθόδοξον Πίστιν: Ὁ Οἰκουμενικὸς Θρόνος ἔχει ἀξίαν καὶ χρησιμότητα μόνον καὶ μόνον, ὅταν ἐκπέμπη ἁπανταχοῦ τῆς γῆς τὸ γλυκὺ καὶ ἀνέσπερον τῆς Ὀρθοδοξίας Φῶς. Οἱ Φάροι εἶναι χρήσιμοι, ἐὰν καὶ ἐφ᾽ ὅσον φωτίζωσι τοὺς ναυτιλλομένους, ἵνα ἀποφεύγωσι τοὺς σκοπέλους. Ὅταν τὸ φῶς αὐτῶν σβεσθῆ, τότε δὲν εἶναι μόνον ἄχρηστοι, ἀλλὰ καὶ ἐπιβλαβεῖς, διότι μεταβάλλονται καὶ αὐτοὶ εἰς σκοπέλους». Τὸ γλυκὺ καὶ ἀνέσπερο Φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας ἐκπέμπει τώρα ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Πειραιῶς διὰ τῆς γλώσσης καὶ τῆς γραφίδος τοῦ ποιμενάρχου της καὶ οἰκουμενικοῦ διδασκάλου, ταπεινοῦ καὶ ὁμολογητοῦ ἐπισκόπου κ. Σεραφείμ.
«Κύριε φύλαττε αὐτὸν εἰς πολλὰ ἔτη».
11 Ἰουλίου 2013 Μνήμη τῆς Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας
Γιά τή Σύναξη Κληρικῶν καί Μοναχῶν
Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου Προηγούμενος Ἱ. Μ. Μεγ. Μετεώρου
Ἀρχιμ. Σαράντης Σαράντος Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου, Ἀμαρούσιον Ἀττικῆς
Ἀρχιμ. Γρηγόριος Χατζηνικολάου Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Ἁγίας Τριάδος, Ἄνω Γατζέας Βόλου
Γέρων Εὐστράτιος Ἱερομόναχος Ἱ. Μ. Μεγίστης Λαύρας Ἁγ. Ὄρους
Πρωτοπρ. Γεώργιος Μεταλληνός Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
[1] Πράξ. 20, 28-30. [2] Πρὸς τὸν εὐλαβέστατον ἐν μοναχοῖς κύρ Διονύσιον 1-5, Π. Χρήστου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ Συγγράμματα, Θεσσαλονίκη 1966, τόμ. 2, σελ. 482. [3] Ἰω. 12, 35. [4] Ἰω. 3, 20-21. [5] Ἐπίγραμμα τοῦ 11ου αἰῶνος γράφει: «Στόμα Χριστοῦ πέφυκε τὸ τοῦ Παύλου στόμα, στόμα δὲ Παύλου τὸ Χρυσοστόμου στόμα».
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου