Σελίδες

Κυριακή 3 Οκτωβρίου 2010


ΠΑΠΑ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΑΓΚΑΣΤΑΘΗΣ
 (1902 – 1975)



Διηγείται ο πατέρας Δημήτριος:
- Στις 30/12/1967, ημέρα Σάββατο και ώρα 3 μ.μ. πήγα στα Μετέωρα για να
προσκυνήσω και ωφεληθώ πνευματικά.
Την Κυριακή λειτούργησα στην Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως και την Δευτέρα
Στον Άγιο Στέφανο, νυχτερινή. Χαρά Θεού και ευλογία Κυρίου.
Αφού με την δύναμη του Θεού επέστρεψα στο χωριό μου, με ειδοποίησαν
αμέσως να πάω να κοινωνήσω μια γρια Ζωή Αντωνίου Γκαγκαστάθη, που
ήταν από καιρό κατάκοιτη, περίπου 85 ετών.
Πήγα λοιπόν και την κοινώνησα των Αχράντων Μυστηρίων, αμέσως φώναξε:
- Με έκαψε η Κοινωνία, φωτιά έχω, δώστε μου νερό να πιω καίγομαι. Με καίει
μέσα. Στις λίγες ώρες που έζησε φώναζε συνεχεία η καημένη. Κατόπιν
παρέδωσε το πνεύμα της.
«πυρ γαρ εστί τους αναξίους φλέγον».

Είπε πάλι:
- Να έχετε αγάπη και ταπεινοφροσύνη και υπακουή.
- Να σε φυλάξει ο Θεός και η Παναγιά από οικογενειακά. Ο σατανάς στην
οικογένεια είναι σαν έναν που πηγαίνει και βρίσκει τ’ αμπέλι ξέφραγο. θα
μπει μέσα. Το ίδιο είναι και στην οικογένεια. Εάν την οικογένεια τη βρει
διαμοιρασμένη και λοιπά, θα μπει μέσα. Εάν όμως έχουν αγάπη, τον Χριστό
θα στέκεται μακριά. Δεν μπορεί να μπει γιατι υπάρχει ο Χριστός.
- Ζει ο Χριστός – λέει - και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει. Έχω μια ζωή
στην εκκλησία. Μ` αρέσει πώς να το πω. Με πονάει, θέλω όλος ο κόσμος να
έρθει στην εκκλησία. Είναι γλυκύς ο Χριστός, είναι πολύ γλυκύς.

Είπε πάλι:
- Εάν η Ελλάδα δεν ρίξει βλέμμα προς
τους πολύτεκνους και δεν νοιαστεί η
πολιτεία για κάθε παιδί που γεννιέται,
δεν πρόκειται να γίνει τίποτα.
Τρεις μέρες πριν την επιστράτευση
έλεγε:
- Το μπουμ πλησιάζει.
Και μετα τρεις μέρες έγινε η
επιστράτευση.
- Ένα μπουμ θα σιμώσει τον κόσμο και
θα έλθουν και πάλι στον Χριστό, την
Εκκλησία.
- Όταν ψέλνεις να καταλαβαίνεις και να
νιώθεις το τι λες. Όχι να επαίρεσαι ότι
δήθεν ψέλνεις ωραία, ότι είσαι
καλλίφωνος. Να ζεις αυτά που λες.
Κάποτε εγώ έλεγα στη εκκλησία ένα τροπάριο του αποστόλου Πέτρου,
σχετικά με την άρνηση του. Όταν σε έφτασα στην λέξεις «ο δε έκλαυσε
πικρώς» τότε είδα την εικόνα του Πέτρου να κυλούν δάκρυα. Ευχαριστήθηκε
ο Άγιος.
Άλλοτε πήγα στην Αίγινα. Περιοδεύσαμε όλα τα εκκλησάκια που υπήρχαν
απέναντι από το μοναστήρι του αγίου Νεκταρίου. Στο δρόμο ακούγαμε εγώ
και ο συνοδοιπόρος μου ένα θρόισμα. Στο τέλος μπήκαμε σε ένα Ναό που
υπήρχε ο Εσταυρωμένος. Ψάλλαμε και Εκει από το βάθος της ψυχής. Ο
Εσταυρωμένος ευχαριστήθηκε και μας πλήρωσε με ευωδιά. Το απολυτίκιο
που λέμε είναι σαν να λέμε καλημέρα στον άγιο και εκείνος μας απαντά.

ΠΕΡΙ ΠΟΝΗΡΟΥ ΕΧΘΡΟΥ (ΠΑΠΑ ΔΗΜΗΤΡΗΣ )

Διηγείται ο πατέρας Δημήτριος:
- Ο εχθρός μας ο διάβολος πάντοτε μας πολεμά. Πιο πολύ όταν δεν του
κάνουμε τα χατίρια. Τότε από την κακία του βρίσκει χίλιους τρόπους να μας
πειράξει.
Μια φορά γύριζα το βράδυ στο σπίτι, με χιόνι. Μου παρουσιάστηκε σαν
χοίρος. Διαλύθηκε όμως σαν καπνός, μόλις έκανα το σημείο του Σταυρού.
Κάποτε πάλι όταν λειτουργούσα, ακούω έξω να θορυβούν. Βγαίνω και βλέπω
ότι χτίζανε πολυκατοικία Άλλος είχε μυστρί, άλλος φτυάρι. Κ.λ.π. τους
σταύρωσα και εξαφανίστηκαν τα πάντα.
Εν’ απόγευμα περνούσα από την πλατεία του χωριού και πήγαινα στο σπίτι
μου. Βλέπω στο καφενείο πολλούς άνδρες, άλλοι πίνανε κρασί, άλλοι
χαρτοπαίζανε. Οι σατανάδες ήταν γύρω – γύρω πάνω στα κεφάλια τους, σε
έναν μάλιστα ήταν σαν αρκούδα.
Μια μέρα γύριζα απ’ το χωράφι και περνώντας έξω από την εκκλησία του
Αγίου Γεωργίου βλέπω ένα σατανά ξαπλωμένο. Τον ρωτώ, «τι κανείς εδώ»;
Και μου απαντά: «Εγώ κάθομαι εδώ για να μην αφήνω κανένα να κάνει τον
σταυρό του».
Μια φορά ήταν καλοκαίρι, με καλέσανε στο χωριό Κούρσοβο να κηδεύσω
κάποιον. Όταν γύρισα στο χωριό μου στο δρόμο οι σατανάδες με
πετροβολούσαν. Θέλανε να με σκοτώσουν. Άρχισα να λέγω τους
Χαιρετισμούς και διαλύθηκαν σαν καπνός.

Κάποτε διηγήθηκε το εξής περιστατικό:
- Κάποτε ένας ασκητής προσευχόταν στο Θεό να του φανερώσει με ποιους
ανθρώπους κάνει καλύτερα την δουλειά του ο πονηρός, και ποιοι
τιμωρούνται περισσότερο.
Μόλις τέλειωσε ο ασκητής την προσευχή του παρουσιάσθηκε ο σατανάς.
Τότε ο ασκητής τον ρωτά αυτό που ήθελε να του φανερώσει ο Θεός.
«Εγώ κάνω καλύτερα την δουλειά μου με τις γυναίκες. Αυτές είναι πιο
καλόπιστες στα θελήματα μου κι αυτές τιμωρούνται περισσότερο».
Ο ασκητής δεν πείστηκε και πολύ. Τότε του λέει: «Θα σου το αποδείξω και σε
δυο τρεις μέρες θα πιστέψεις».
Σ’ ένα χωριό πιο πάνω απ’ τη Βάνια ζούσε ένα αντρόγυνο ευσεβές, πήγαινε
στην εκκλησία τακτικά, κοινωνούσε νήστευε και προσευχόταν. Εκείνος το
φθόνησε, και μηχανεύτηκε το εξής. Παίρνει μορφή γυναίκας και πηγαίνει σε
μια άλλη γυναίκα και της λέει. «Εγώ είμαι η Γεωργία από το τάδε χωριό.
Ήλθα να σε δω». Μετα από συζήτηση της λέει. «Θέλω να με βοηθήσεις σε
κάτι, και θα σου δώσω ένα κασελάκι λίρες».
Εκείνη προθυμοποιήθηκε, όποτε συνεχίζει: «Εάν κατορθώσεις να βάλεις το
τάδε αντρόγυνο να μαλώσει τότε θα πάρεις τις λίρες. Εγώ φεύγω και θα
περάσω σε δυο μέρες να δω τι έκανες».
Εκείνη πήγε στο σπίτι αυτό το ευσεβές. Εκει είχανε ένα σοφατζή και έκανε το
σπίτι.
Αυτή πήγε και έβαλε τα χέρια της στον ασβέστη. Μετα χτύπησε την πόρτα
και της άνοιξε η σύζυγος ονόματι Μαρία. Εκείνη την χαιρέτισε και την
χάϊδεψε στο πρόσωπο, λέγοντας της τι όμορφη που είναι και πόσο πάχυνε.
Κάθισε λίγο και έφυγε.
Πήγε αμέσως και συνάντησε τον άνδρα της και του λέει:
«Πήγα σπίτι σου και βρήκα την γυναίκα σου με τον σοφατζή να παίζουν και
να ασχημονούν».
Εκείνος δεν την πίστεψε.
Εκείνη όμως του απάντησε:
«Πήγαινε και δες τ’ αποτυπώματα στο πρόσωπο της γυναίκα σου».
Αυτός έτρεξε αμέσως στο σπίτι του. Μόλις είδε την γυναίκα με τα
αποτυπώματα, άρχισε να την χτυπά. Εκείνη του έλεγε ότι είναι αθώα κι ότι
δεν συνέβηκε τίποτα. Αυτός όμως δεν πίστεψε κι εξακολούθησε να την κτυπά
αγρίως έως ότου η Μαρία πέθανε.
Τότε πήγε ο σατανάς στην γυναίκα αυτήν και της λέει:. «Ήλθα να σ’
ευχαριστήσω».
Εκείνη ζήτησε τις λίρες.
Της απαντά: «Χαζή είσαι; Που να τις βρω εγώ τις λίρες; Εγώ χάλασα το δικό
μου το κονάκι και το δικό σου θα φτιάξω; Εγώ είμαι ο σατανάς και
εξαφανίστηκε».
Ήλθε σ μένα και μου λέει: «Πείστηκες τώρα»;
Πάει παιδί μου, σκοτώσανε τσάμπα και βερεσέ τη Μαρία.

Μην φοβάστε παιδί μου τον σατανά. Δεν έχει τόση δύναμη. Είναι πολύ
αδύνατος. Σκόνη είναι και δυσωδία. Αυτός δουλεύει για ‘μάς. Όταν έρχεται να
σε πειράξει μα μην στεναχωριέσαι. Ο θεός τον στέλνει για να στεφανωθείς
εσύ.
Αυτός πλανά τους ανθρώπους, προπάντων τους εγωιστές και τους
υπερήφανους, φοβάται την καθαρή εξομολόγηση, την ταπείνωση, την
αγάπη. Εκει μόνο δεν χωράει να μπει.

ΔΙΑΦΟΡΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟ (ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ)


Έλεγε ότι είχε φοβερά ντοκουμέντα που τα είχε φανερώσει η δύναμις του
Θεού:
Από την Αγία Τράπέζα των αγίων Ταξιαρχών έβγαινε μύρο, ευωδιά. Ιδίως
κατά την μεταφορά των Αχράντων Μυστηρίων από την προσκομιδή στην
Αγία Τράπεζα. Τον τελευταίον καιρό, που πλησίαζε προς το τέλος του, οι
εικόνες των Ταξιαρχών και της Παναγίας ευωδίαζαν και αυτές.
Ένα βράδυ έκανε τους χαιρετισμούς της Παναγίας στους φίλους του
Ταξιάρχες. Στεκόταν μπροστά στην Ωραία Πύλη βλέπωντας προς την εικόνα
της Παναγίας του τέμπλου κι έψαλλε. Συνήθιζε να ψάλει και το «Θεοτόκε
Παρθένε»…. Κατά τη στιγμή εκείνη παρουσιάστηκε μια γυναίκα, τον έπιασε
απ’ το χέρι και τον γύρισε ακριβώς απέναντι από την Ωραία Πύλη, που
βρίσκεται τοιχογραφημένη η Κοίμηση της Θεοτόκου και εξαφανίσθηκε.
Ο Θεός όμως ήδη του είχε στείλει την πρόσκληση για το Ουράνιο Δείπνο που
του ετοίμαζε.

Την 1η Ιουνίου 1963 λειτούργησε στην ιερά μονή της Άγιας Τριάδος Μετεώρων.
Κατά την ώρα του χερουβικού η Αγια Τράπεζα έβγαλε άρωμα, γιατι εκει ήταν
κι ένα μικρό κουτάκι με λείψανα Αγίων. Έβγαινε ως ένας μικρός στύλος
καπνού, που ευωδίαζε όλο το Ναό. Κατανυκτική Λειτουργία που δεν
περιγράφεται.
- Να η Θρησκεία μας φωνάζει ότι είναι ζωντανή.

Όλη την βδομάδα που εργαζόμουν το κεφάλι μου και το δεξί μου χέρι
ευωδίαζε.
Την 7ην Ιουνίου Παρασκευή, εργαζόμουν όλη την μέρα στο κτήμα μου
μακριά από τον κόσμο. Όλη την μέρα έψαλλα διάφορα κατανυκτικά
τροπάρια και προ παντός της Θεοτόκου. Δεν αισθανόμουν ούτε κούραση,
ούτε πεινά, ούτε και τον καύσωνα της μέρας, γιατι ήλθα εκει που έπρεπε με
την κατάνυξη.
Εκάθησα λίγο να ξεκουραστώ κι ακούω μια φωνή να λέγει: «Είσαι
ευπρόσδεκτος όπως έλθεις στο Αγιον Όρος, στην μεγάλη μου εορτή. Θα
γράψεις στους Δανιηλαίους και αυτοί θα σε τακτοποιήσουν. Τώρα σε
περιμένω να έρθετε».

.Ενθύμιο Θερμοκρασίας.
Την 23ην Αυγούστου ημέρα Σάββατο και 24ην Κυριακή, έκανε ζέστη μεγάλη
47 βαθμούς και κινδύνευε ο κόσμος να χαθεί. Λίβας δυνατός ξέρανε τα
αμπέλια και σχεδόν τα λαχανικά μποστάνια και δεντροφυτείες. Τα χάλασε
τα περισσότερα. Μεγάλο κακό. Τα νερά λιγόστεψαν. Αυτά έγιναν παρά του
Θεού προς γνώση και συμμόρφωση

Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας την 15 Αυγούστου 1959 παίρνοντας την
εικόνα της Παναγίας, για να σηκώσουμε το ύψωμα άρχισε να σείεται το
τέμπλο επί 30 λεπτά. Πρωτοφανές αυτό.
Συνέβη και το 1931 την ώρα που ο δάσκαλος Χρήστος Ντάσκος έψαλε το,
«Οτε η μετάστασις του αχράντου σου σώματος», δάκρυσε ο Πέτρος μέχρι που
τελείωσε το ύψωμα και τα δάκρυα τα πήραμε με το βαμβάκι.

Την 18ην Αυγούστου 1959 ενώ λειτουργούσα στους Ταξιάρχες περί την 4ην της
νυκτός, μόλις πλησίασα την Ωραία Πύλη, βλέπω στο αριστερό μέρος και
ακολουθούσε ένα εύμορφο παιδάκι μικρής ηλικίας και χάθηκε σαν σκιά, και
κρότος ακούστηκε πάνω από την κανδήλα της Παναγίας και άρχισε να σείεται
μέχρι το τέλος της Λειτουργίας.
Και την 26 Σεπτεμβρίου ώρα 4ην την νύχτας που λειτουργούσα στους
Ταξιάρχες είδα κατά την ώρα της δοξολογίας να στέκεται το ίδιο παιδάκι
μπροστά στην προσκομιδή και χάθηκε σαν καπνός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου